Παρατηρήσεις του Νίκου Παναγιώτου για τις προσφωνήσεις κατά τον επιμνημόσυνο λόγο στο μνημόσυνο του πρώην Προέδρου της Δημοκρατίας, Γλαύκου Κληρίδη…
Την περασμένη Κυριακή παρέστην στο μνημόσυνο του πρώην Προέδρου της Δημοκρατίας, Γλαύκου Κληρίδη, κατά το οποίο επιμνημόσυνο λόγο εκφώνησε η πρόεδρος της Βουλής και πρόεδρος του Δημοκρατικού Συναγερμού, κυρία Αννίτα Δημητρίου.
Δεν θα αναφερθώ στο με μικρά διαλείμματα κατ’ εξακολούθηση πανδαιμόνιο, τον γδούπο και τη βαβούρα των μικροφώνων, πράγμα που και την ομιλήτρια δικαιολογημένα εκνεύρισε, αλλά, φυσικά και το ακροατήριο, κυρίως όμως κηλίδωσε τη σοβαρότητα, που αφ’ εαυτής απαιτούσε η όλη τελετή.
Γράφω την παρούσα όχι για να κρίνω το περιεχόμενο της ομιλίας, αν και έχω κι εδώ κάποιες γραμματικές παρατηρήσεις (π.χ. προέδροι!), αλλά για να σημειώσω μιαν υπερβολή που συνήθως παρατηρείται σε διάφορες εκδηλώσεις, με τις εισαγωγικές προσφωνήσεις. Θέλω να ελπίζω ότι θα προβληματίσω κάποιους, που δεν καυχώνται πως είναι ξερόλες και είναι πρόθυμοι να ακούσουν και πιθανό να μάθουν.
Σ’ αυτές, λοιπόν, οι ομιλητές φιλοδοξούν να προσφωνήσουν όσο το δυνατό περισσότερους «επίσημους», που βρίσκονται στο ακροατήριο, κάποτε και απόντες, επειδή έτυχε να ειδοποιηθεί ο λογογράφος για αναμενόμενη, αλλά μη πραγματοποιηθείσα στο τέλος, παρουσία τους. Και παρατηρείται το φαινόμενο ο ομιλητής να αραδιάζει ένα κατεβατό ονομάτων ή ιδιοτήτων, συνοδευόμενων από επαναλαμβανόμενους επιθετικούς προσδιορισμούς, που κατά κανόνα συνδέονται με την τιμή: έντιμε, αξιότιμε κύριε υπουργέ, βουλευτά, δήμαρχε κ.λπ. Κι όταν εξαντληθούν οι επιθετικοί προσδιορισμοί, παρακάμπτονται, με αποτέλεσμα να μένει ξερή η ιδιότητα. Και φυσικώ τω λόγω διερωτώνται οι εναπομείναντες άνευ επιθετικού προσδιορισμού μήπως ήταν στο τέλος προσβολή και όχι προβολή η μνεία της παρουσίας τους μια και μόνοι αυτοί κρίθηκε ότι στερούνταν τιμής ή δεν ήταν άξιοι τιμής!
Αλλά ας επανέλθουμε στο μνημόσυνο και στις προσφωνήσεις. Η κυρία Δημητρίου μίλησε, αντιλαμβάνομαι, υπό τη διπλή της ιδιότητα. Και οι δυο όμως ιδιότητες τής επέβαλλαν οικονομία λόγου στις προσφωνήσεις.
Ως πρόεδρος της Βουλής ήταν στο εκκλησίασμα η δεύτερη τη τάξει, μετά τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Υπ’ αυτή την ιδιότητα, θα έπρεπε να απευθυνθεί μόνο στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, το πολύ – πολύ και στον εκπρόσωπο του Αρχιεπισκόπου, επίσκοπο Πορφύριο. Ακόμη και την άμεσα εμπλεκόμενη στο μνημόσυνο θυγατέρα του Προέδρου Κληρίδη, θα μπορούσε να προσφωνήσει όχι στην αρχή, αλλά σε κάποιο σημείο της ομιλίας. Η απλή λογική αυτό επέβαλλε. Αυτό προνοούσε ακόμη και το Κλητορολόγιον, δηλ. το Πρωτόκολλο των Βυζαντινών, ότι ουδείς έτερος προσφωνείται του πρώτου άρχοντος παρόντος.
Αλλά και ως πρόεδρος κόμματος δεν ήταν απαραίτητο να προσφωνήσει όλους εκείνους του κόμματός της (αξιωματούχους , βουλευτές, πρώην και εν ενεργεία, εκπροσώπους τοπικής αυτοδιοίκησης, επικεφαλής σωματείων και οργανώσεων), έστιν ότε ονομαστικώς. Απλώς, θα μπορούσε, επιπρόσθετα προς αυτούς που ανέφερα στην προηγούμενη περίπτωση, να απευθυνθεί για λόγους διακριτικότητας (τακτ) στους εκπροσώπους των άλλων κομμάτων.
Πιστεύω όμως ότι δεν μπορούσε να αποβάλει την επικρατέστερη ιδιότητα, αυτή της προέδρου της Βουλής, άρα έπρεπε να ακολουθήσει όσα εισηγούμαι στην πρώτη παράγραφο. Αυτά θα προσέδιδαν στην εκδήλωση σοβαρότητα και κύρος και δεν θα εμφάνιζαν εικόνα προεκλογικής ή έστω πολιτικής συγκέντρωσης.