Θα μας πάρει λίγες μέρες, μπορεί και βδομάδες να συνηθίσουμε να γράφουμε το «21» στην ημερομηνία. Εκτός αν μας το γράφει αυτόματα ο υπολογιστής που τους τελευταίους μήνες έγινε η συντροφιά μας στις περισσότερες εκδηλώσεις μας. Φτάσαμε να μιλούμε χωρίς αυτόν μόνο όταν επικοινωνούμε με τη στενή μας οικογένεια. Και να ΄μαστε και ευχαριστημένοι που βρεθήκαμε την παραμονή της Πρωτοχρονιάς μέχρι δέκα άτομα (κι ας υπήρχαν και χαλαρώσεις!) μέχρι τις 12.30 π.μ. (και κάτι) ώστε να προλάβουμε να βρεθούμε στη μία παρά κάτι στον περίβολο της πολυκατοικίας, την αυλή του σπιτιού μας, στο απέναντι οικόπεδο… Κι έτσι ζωηρά και με προκλήσεις ξεκίνησε η καινούργια χρονιά. Με ευχές και προσδοκίες, χωρίς ασπασμούς (παρά μόνο τους… αδειούχους), με ελπίδες για αυτά που θα έρθουν, με νοσταλγία για όσα πέρασαν κι ας ήταν ανάμεσά τoυς περισσότερα εκείνα των προηγούμενων χρόνων, των πολύ περασμένων, που είναι πάντα φιλτραρισμένα από όσα μας στενοχώρησαν και στολισμένα με όσα χαρούμενα μας έτυχαν… 

      Τις τελευταίες μέρες σκεφτόμαστε τι είπαμε πριν ένα χρόνο. Τι θέλαμε, τι ελπίζαμε, ποιες ήταν τότε οι έγνοιες μας και ποιοι οι φόβοι μας. Τι λέει ο ετήσιος απολογισμός μας; Τι καταφέραμε από τότε στο ατομικό και τι στο συλλογικό επίπεδο; Αξιολογούμε τις επιδόσεις ακολουθώντας το περσινό «τσεκ λιστ» και δεν φαίνεται να πιάνουμε τη βάση. Έχουμε τις δικαιολογίες μας και «καλά τα πήγαμε».  Ήτανε κι αυτός ο κορωνοϊός που έφερε τα πάνω κάτω και μπορέσαμε στις άμεσα δικές του συνέπειες να φορτώσουμε κι άλλες αστοχίες, παραλείψεις και αμαρτίες μας… 

      Τώρα που γράφεται το κείμενο αυτό είναι αδύνατο να ξέρουμε τι θα έχει πει στο πρωτοχρονιάτικό μήνυμά του ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Και όπως ήρθαν τα πράγματα, θα έχει διαφορές από το περσινό, όπως διαφορετική ήταν η χρονιά που πέρασε επηρεάζοντας αναπόφευκτα κι αυτήν που μόλις ήρθε. Κεντρική αναφορά στην έλευση των εμβολίων και τις προοπτικές πως «το σκοτάδι δίνει τη θέση του στο φως…». Καλή κι αισιόδοξη αυτή η προοπτική και μακάρι να ισχύει και στα πέραν του κορωνοϊού προβλήματα… 

      Όπως και πέρσι, ο Πρόεδρος θα μας έχει σίγουρα ευχηθεί την «πραγμάτωση των συλλογικών και ατομικών προσδοκιών του λαού μας, σε μια πατρίδα ελεύθερη και επανενωμένη, σ΄ένα κράτος σύγχρονο που θα εγγυάται τη σταθερότητα, τα ανθρώπινα δικαιώματα, την ειρήνη και την ευημερία του συνόλου των πολιτών του». Σ΄αυτά δεν άλλαξε κάτι. Ή, μήπως, άλλαξε; Πάντως θα επανέλαβε πως θέλουμε «μια λύση που θα διασφαλίζει τη λειτουργικότητα, τη βιωσιμότητα, τον αλληλοσεβασμό, την κατοχύρωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αλλά και την απαλλαγή της χώρας από την παρουσία κατοχικού στρατού, τον τερματισμό του αναχρονιστικού θεσμού των εγγυήσεων και γενικότερα την απεξάρτηση από επιρροές της όποιας τρίτης χώρας…». Μπορεί, άραγε, αυτό να επιτευχθεί με την επιδιωκόμενη μορφή λύσης που, ως συνταγή και με την απουσία υπαρκτού παραδείγματος, μπορεί να ερμηνεύεται από τον ίδιο τον Πρόεδρο, το κυβερνών κόμμα και στελέχη του ως μια χαλαρή ή πολύ χαλαρή ή, «όσον είναι δυνατόν, αποκεντρωμένη διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία»; Για ποια ενότητα λαού και ηγεσίας γίνεται συχνά (προφανώς από συνήθεια) λόγος όταν ο καθένας ερμηνεύει διαφορετικά τη συνταγή, χωρίς εξουσιοδότηση και, το χειρότερο, προσπερνώντας τους κινδύνους; Πόσο πλησιάζουν μερικές ερμηνείες τα δυο κράτη; Δεν έχουν σημασία, όπως σε κάθε συνταγή, τα «υλικά»; Κι αν σε μια συνομοσπονδία είναι ορατές φυγόκεντρες τάσεις, πόσο συνεκτικό είναι στην πράξη το κράτος και πόσο ενωμένη είναι η κοινωνία όταν, χαλαρή ή όχι, έχει ως βάση της φυλετικά, θρησκευτικά και γλωσσικά κριτήρια, αυτά που, αν συνέβαιναν αλλού, θα τα χαρακτηρίζαμε ρατσιστικά;  

      Η νύχτα ήταν φέτος μικρότερη (μόνο μέχρι τη 1 μεταμεσονύχτια) κι ο Πρόεδρος δεν θα έμπαινε σ΄αυτές τις «λεπτομέρειες». Υπάρχουν εύκολα θέματα, τουλάχιστον όταν τα απαριθμείς μονολεκτικά: εκσυγχρονισμός των δομών για την υγεία, την παιδεία, τη Δικαιοσύνη, τη διακυβέρνηση, την έρευνα και την καινοτομία, την ενέργεια, τα διαβατήρια, την ύπαιθρο, το περιβάλλον, τη διαφάνεια, τους θεσμούς (που δεν πρέπει να «ενοχλούν»)… Θέλαμε όμως να ακούσουμε κάτι για την Αμμόχωστο, ενδεικτικό μιας συγκροτημένης πολιτικής και στρατηγικής για αντιστροφή του σχεδόν νέου τετελεσμένου. Και για την Καρπασία, τη Μόρφου, την Κυθρέα, την Κερύνεια… Για επανένωση δεν είναι που μιλούμε; 

       Σε άρθρο στις 26 Ιουλίου διερωτώμαστε «Τον κορωνοϊό τον αντέχουμε·την κατοχή;». Πέντε μήνες αργότερα φαίνεται ρεαλιστικά αισιόδοξο πως με το εμβόλιο θα καταφέρουμε να ξεφύγουμε από τον κορωνοϊό και τις όποιες του μεταλλάξεις. Ήδη επιστήμονες δήλωσαν πως οι μεταλλαγμένες μορφές μπορεί να έχουν μεγαλύτερη μεταδοτικότητα αλλά είναι λιγότερο επικίνδυνες. Όσον αφορά στην κατοχή το ζητούμενο είναι να απελευθερωθούμε απ’ αυτήν αλλά και από τις «λιγότερο επικίνδυνες» μεταλλάξεις της.  

      Μπορούμε, τελικά, να ελπίζουμε; Η ελπίδα δεν είναι μια θεωρητική έννοια που αναμένει κάποιο άλλο, εισαγόμενο κι αυτό, «εμβόλιο» αλλά εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από εμάς τους ίδιους. Η ελπίδα δεν υπάρχει από μόνη της αλλά χρειάζεται στόχο, ευθύνη, δέσμευση και δράση!

      Και η βασική ευχή; Όπως είπαμε και πέρσι, καλή χρονιά να ‘χουμε και να ‘μαστε καλά για να αντέχουμε και να διεκδικούμε!

 ktsimillis@cytanet.com.cy