Μπορεί να ασκηθεί ποινική δίωξη κατά του Προέδρου της Δημοκρατίας, σύμφωνα με το άρθρο 45 του Συντάγματος;
Σύμφωνα με το άρθρο 45 του Συντάγματος:
« 1. Ο Πρόεδρος ή ο Αντιπρόεδρος της Δημοκρατίας δεν υπόκειται εις οιανδήποτε ποινικήν δίωξιν διαρκούσης της θητείας αυτού, ειμή μόνον ως εν τω παρόντι άρθρω ορίζεται.
Ο Πρόεδρος ή ο Αντιπρόεδρος της Δημοκρατίας δύναται να διωχθή επί εσχάτη προδοσία. Την κατηγορίαν εισάγουσιν ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου ο γενικός εισαγγελεύς και ο βοηθός γενικού εισαγγελέως της Δημοκρατίας, κατόπιν ψηφίσματος της Βουλής των Αντιπροσώπων, εγκρινομένου διά μυστικής ψηφοφορίας και πλειοψηφίας τουλάχιστον των τριών τετάρτων του όλου αριθμού των βουλευτών, ουδέν όμως τοιούτον ψήφισμα δύναται να εγκριθή και ουδέν σχετικόν θέμα περιλαμβάνεται εις την ημερησίαν διάταξιν ή συζητείται υπό της Βουλής των Αντιπροσώπων, εάν η πρότασις τοιούτου ψηφίσματος δεν υπογραφή τουλάχιστον υπό του ενός πέμπτου του όλου αριθμού των βουλευτών.
Ο Πρόεδρος ή ο Αντιπρόεδρος της Δημοκρατίας δύναται να διωχθή ποινικώς δι’ οιονδήποτε αδίκημα ατιμωτικόν ή ηθικής αισχρότητος κατόπιν αδείας του προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Την κατηγορίαν εισάγουσιν ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου ο γενικός εισαγγελεύς και ο βοηθός γενικού εισαγγελέως της Δημοκρατίας.
Τηρουμένων των διατάξεων της δευτέρας και της τρίτης παραγράφου του παρόντος άρθρου, ο Πρόεδρος ή ο Αντιπρόεδρος της Δημοκρατίας δεν διώκεται δι’ οιονδήποτε αδίκημα τελεσθέν υπ’ αυτού εν τη ασκήσει του λειτουργήματός του, πλην όμως δύναται να διωχθή μετά την λήξιν της θητείας αυτού δι’ οιονδήποτε έτερον αδίκημα τελεσθέν κατά την διάρκειαν αυτής.
Ο Πρόεδρος ή ο Αντιπρόεδρος της Δημοκρατίας δεν δύναται να εναχθή δι’ οιανδήποτε πράξιν ή παράλειψιν αυτού εν τη εκτελέσει του λειτουργήματός του ουδέν όμως των εν τη παρούση παραγράφω οριζομένων δύναται να ερμηνευθή ως αποστερούν καθ’ οιονδήποτε τρόπον οιονδήποτε πρόσωπον του δικαιώματος εναγωγής της Δημοκρατίας, ως ο νόμος προβλέπει».
Στην παράγραφο 1 ξεκαθαρίζεται ότι οποιαδήποτε ποινική δίωξη εναντίον του Προέδρου γίνεται αποκλειστικά και μόνο όπως ορίζεται σε αυτό το άρθρο και η παράγραφος 2 αφορά μόνο πότε μπορεί να «εναχθεί» για εσχάτη προδοσία.
Ο όρος «εναχθεί» μπαίνει σε εισαγωγικά γιατί σε νομικό επίπεδο φαίνεται να είναι κάπως αδόκιμη η χρήση του, καθότι «ενάγω» κάποιον, σημαίνει κινώ αστική αγωγή εναντίον του και όχι ποινική, αφού ποινικά «διώκω» κάποιον και δεν τον «ενάγω».
Το γεγονός αυτό όμως δεν είναι τόσο απλό ως ενδεχομένως φαίνεται, αφού επίσης στην παράγραφο 6 ορίζεται ότι ο Πρόεδρος δεν δύναται να «εναχθεί».
Η παράγραφος 6 του άρθρου 45 φαίνεται να «επιλύει» κατά κάποιον τρόπο τη νομική φύση του όρου, αφού στο τέλος της παραγράφου 6 το γεγονός ότι ο Πρόεδρος δεν μπορεί να εναχθεί για πράξεις ή παραλείψεις του κατά την εκτέλεση του λειτουργήματος του, αυτό δεν σημαίνει ότι ο οιοσδήποτε δεν μπορεί να ενάγει την Δημοκρατία, κάτι που δεικνύει ότι ο όρος «εναχθεί» της παραγράφου 6 χρησιμοποιείται αποκλειστικά και μόνο για αστικά αδικήματα και όχι ποινικά.
Με άλλα λόγια αφορά αποκλειστικά και μόνο αγωγές για αποζημιώσεις και όχι για απόδοση ποινικών ευθυνών στον Πρόεδρο.
Η πλέον κρίσιμη που αφορά το θέμα της δίωξης του Προέδρου για ποινικά αδικήματα είναι η παράγραφος 5 του άρθρου 45, η οποία ορίζει ότι αυτή η παράγραφος δεν αφορά την περίπτωση της εσχάτης προδοσίας ή της ατιμωτικής ή ηθικής αισχρότητας αλλά ΟΠΟΙΟΔΗΠΟΤΕ ΑΛΛΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΑΔΙΚΗΜΑ, το οποίο διαπράτεται «εν τη ασκήσει του λειτουργήματος του».
Η γραμματική/ετυμολογική ερμηνεία του όρου που είναι γραμμένη σε δοτική, φαίνεται να είναι λίγο διφορούμενη, αφού η ερμηνεία της έχει να κάνει με το αν συντακτικά αυτή η δοτική είναι του τρόπου ή του χρόνου.
Αν ισχύει η δοτική του χρόνου, αυτό σημαίνει ότι αφορά ποινικά αδικήματα που έγιναν κατά τη διάρκεια της θητείας του Προέδρου, δηλαδή αφορά απλά τη χρονική περίοδο κατά την οποία έτυχε να είναι το πρόσωπο αυτό Πρόεδρος.
Αν όμως ισχύει η δοτική του τρόπου, τότε αυτή αφορά ποινικά αδικήματα που έγιναν ΛΟΓΩ της θητείας του, δηλαδή απόρροια της θητείας ή, πιο απλά, αδικήματα που έγιναν στα πλαίσια ασκήσεως του λειτουργήματος του.
Αν ισχύει το δεύτερο, τότε σημαίνει ότι το ίδιο το λειτούργημα του Προέδρου είναι συστατικό στοιχείο του ποινικού αδικήματος, ενώ, αν ισχύει το πρώτο, τότε η ιδιότητα του Προέδρου καθαυτή δεν παίζει ρόλο για τη θεμελίωση του ποινικού αδικήματος αλλά αφορά την τέλεση ποινικού αδικήματος από το πρόσωπο που έτυχε να είναι πρόεδρος της δημοκρατίας όταν το τέλεσε.
Κατά τη γνώμη μου ισχύει το δεύτερο, δηλαδή η ιδιότητα του Προέδρου καθαυτή αποτελεί συστατικό στοιχείο για την τέλεση του αδικήματος που έγινε, λόγω και απόρροια της ιδιότητας αυτής.
Με απλά λόγια, αφορά αδίκημα που τέλεσε ο Πρόεδρος εκτελώντας αυτό καθαυτό το λειτούργημα του, δηλαδή, αυτό το ποινικό αδίκημα όποιο και να είναι, μόνο ο Πρόεδρος μπορεί να το τελέσει.
Πότε μπορεί να γίνει η δίωξη
Στο επόμενο απόσπασμα του άρθρου ορίζεται πότε μπορεί να διωχθεί: «Πλην όμως, δύναται να διωχθή μετά την ληξιν της θητείας αυτού δι οιονδήποτε έτερον αδίκημα τελεσθέν κατά την διάρκειαν αυτής».
Το «έτερον» ορίζεται σε σχέση με το προηγούμενο αδίκημα, που όπως είπαμε τελείται από τον Πρόεδρο εν τη ασκήσει του λειτουργήματος του, δηλαδή αδίκημα το οποίο μόνο ο Πρόεδρος μπορεί να τελέσει, αφού η ιδιότητα του είναι συστατικό στοιχείο του ποινικού αδικήματος.
Δηλαδή, το «έτερον» αφορά οποιοδήποτε ποινικό αδίκημα έγινε από τον άνθρωπο που όταν το τελούσε έτυχε να είναι Πρόεδρος, δηλαδή τέλεσε αδίκημα που δεν αφορά την άσκηση του λειτουργήματος αλλά ποινικό αδίκημα που μπορεί να τελέσει ο οιοσδήποτε, τότε μπορεί να διωχθεί ΜΟΝΟ μετά την λήξη της θητείας του.
Για να το πούμε απλά, σύμφωνα με την παράγραφο 5, αν ο Πρόεδρος κατά τη θητεία του διαπράξει, για παράδειγμα, τροχαίο ατύχημα που διώκεται ποινικά και αυτό δεν σχετίζεται με την άσκηση του λειτουργήματος του, τότε μπορεί να διωχθεί ΜΟΝΟ μετά τη λήξη της θητείας του.
Η παράγραφος 6 αφορά αστικά αδικήματα που έγιναν στα πλαίσια ασκήσεως του λειτουργήματος, δηλαδή το ίδιο το λειτούργημα του προέδρου είναι συστατικό στοιχείο, και μόνο ο πρόεδρος μπορεί να το τελέσει.
Η παράγραφος 6 ορίζει ότι δεν μπορεί να εναχθεί το πρόσωπο του Προέδρου έστω και αν μόνο αυτός ως Πρόεδρος μπορούσε να τελέσει αστικό αδίκημα, αλλά μπορεί να εγερθεί αγωγή κατά του Κράτους, διεκδικώντας αποζημιώσεις για αστικό αδίκημα που έκανε, όχι ως φυσικό πρόσωπο αλλά ως θεσμός με την ιδιότητα του Προέδρου.
* Advocates-Legal Consultants