Η κομματική συγκρουσιακή και αντιπαραθετική στάση που για χρόνια, έφερε και προκαλεί ακόμη σωρευτικά προβλήματα στην επιβίωση του λαού στη μικρή τούτη πατρίδα, τώρα επεκτάθηκε κατά τρόπο θλιβερό και ανεπίτρεπτο στους δύο Ανώτατους θεσμούς, τη Γενική Εισαγγελία και Γενική Ελεγκτική Υπηρεσία.

Μια αχρείαστη, θλιβερή για την έννοια της χρηστής διοίκησης και της φυσικής δικαιοσύνης, φραστική σύγκρουση δύο ανώτατων ανεξάρτητων, θεσμικών οργάνων η όποια προφανής απογοητεύει τον απλό πολίτη και υποβιβάζει για μια ακόμη φορά την έννοια του Κράτους Δικαίου στον τόπο μας.

Βέβαια σημάδια αυτής της υποβόσκουσας από χρόνια τώρα, σύγκρουσης μεταξύ των φορέων αυτών των αξιωμάτων ήταν αντιληπτή από την κοινωνία των πολιτών. Όμως οι άλλες δύο εξουσίες (Κυβέρνηση και Βουλή) δεν ενήργησαν κατευναστικά. Μάλιστα η πρόσφατη αναζήτηση άποψης για τους «συμβούλους» των υπουργών από το Γενικό Ελεγκτή, αντί του Γενικού Εισαγγελέα ως νομικό ζήτημα δεν ήταν και η πλέον ενδεδειγμένη κίνηση. Μάλλον έφερε αναζωπύρωση αντιπαράθεσης σε βαθμό όμως που οι λεκτικές τωρινές και από τις δύο πλευρές αναφορές έχουν ξεπεράσει τα όρια της όποιας κατά το Σύνταγμα και τους Νόμους αναγκαίας συνύπαρξης και συνλειτουργίας των οργάνων αυτών. Φαίνεται να μετατράπηκε η όποια έλλειψη σύμπλευσης εκάστου οργάνου προς το καλώς νοούμενο συμφέρον, σε διαπροσωπική διαφορά. Σύγκρουση ανοικτή και αντίθετη στο δημόσιο συμφέρον.

Χωρίς να χρειάζεται να αναζητήσει ο αντικειμενικός παρατηρητής ποίος άρχισε πρώτος την υπόγεια «υπόσκαψη» πρέπει να παρατηρήσω ότι η επίκληση του όρου «ήμαστε υπηρέτες της διαφάνειας» αποτελεί «επιχείρημα» το οποίο παραγνωρίζει ότι, η διαβίβαση μιας καταγγελίας (ως απλώς «κομιστής» αυτής ως λέχθηκε) προς την αρμόδια Ερευνητική για τη διαφθορά Επιτροπή, δεν επιτρέπει δημοσιοποίηση με τρόπο ή βαθμό ότι, περίπου η καταγγελία αποδείχθηκε ήδη ως γεγονός!

Διαφάνεια θα υπάρξει και είναι προφανώς αναγκαία, τότε μόνο όταν μια καταγγελία αφού ερευνηθεί παρά αρμόδιου οργάνου κριθεί ως περίπτωσης διαφθοράς και ληφθούν τότε τα αναγκαία μέτρα για πάταξη της!

Κατά το Σύνταγμα αλλά και κατά τα διεθνή πρακτική, οι εξουσίες κάθε ανεξάρτητου ανώτατου, μη πολιτικής φύσης οργάνου, δεν επιτρέπει την ανάλωση χρόνου με γνωστοποιήσεις για το ότι υπάρχουν καταγγελίες ή ακόμη και διεξαγόμενες έρευνες Τούτο γιατί υπάρχουν οι κανόνες του τεκμηρίου της αθωότητας και του δικαιώματος προστασίας κάθε προσώπου κατά τις αρχές της φυσικής δικαιοσύνης. Η αναγκαία ισχύς της νομιμότητας θα διαφανεί μόνο εάν όντως όλα τα όργανα, (Εκτελεστική εξουσία, Βουλή και Δικαιοσύνη) ερευνήσουν νόμιμα, διαπιστώσουν και τιμωρήσουν τη διαφθορά σ’ όποιο ανώτατο επίπεδο και εάν έχει φθάσει αφού ουδείς υπεράνω του Νόμου.

Τούτο όμως δεν επιτυγχάνεται, με τη φθορά που επέφερε η αχρείαστη σύγκρουση σε προσωπικό επίπεδο σε συνδυασμό με την ανοχή της συντεταγμένης πολιτείας.

*Πρώην Βουλευτής – Δικηγόρος