Πρέπει να είναι βουνίσιο πλάσμα η Νάσια Διονυσίου. Πρέπει στην προηγούμενή της ζωή να ήταν περιπλανώμενο ξωτικό, μια ανεράδα των δασών και των ποταμών του τόπου μας, από αυτές που ζωγραφίζει ο Χαμπής, ειδάλλως δε θα μπορούσε να γράψει τούτο το τελευταίο δώρο που μας έδωσε.
Αυτό που ξεκίνησε από τον Κάμπο ρέει πια γάργαρο νεράκι στον Αρθούρο… και μας παρασέρνει, χωρίς ανάπαυλες και ανάσες, χωρίς σημεία στίξης, μάς παίρνει και κατρακυλάμε όλοι ακολουθώντας τη ροή του ποταμού και από το ανεστραμμένο Τρόοδος και τη βασιλική αγροικία με τους βασιλικούς μηχανικούς και τις κουστωδίες τους κατεβαίνουμε, κατηφορίζουμε και αράζουμε σε ξέφωτα και πλαγιές απάτητες, σε λόφους, κάμπους και πεδιάδες… και παρέα μαζί μας κατρακυλούν πέτρες, πλίνθοι, τσακίλια, κορμοί, αργιλόχωμα, άμμος, γύψος, τσεκούρια, δοκάρια, ατσαλόκαρφα, τζιτζίκια, χαμαιλέοντες, λέξεις, τραγούδια, αγριομηλιές, πουλιά, θάμνοι, τοπωνύμια, μνήμες, πόλεις.
Η Νάσια Διονυσίου επέλεξε να κατανοήσει γιατί ένας περίεργος, δύσκολος, δύστροπος και συνάμα απότομος, ονειροπόλος και αθέατος ποιητής, που τον ψάχνει απεγνωσμένα στο νησί ένας ταχυδρόμος, αλλά κανείς δεν τον ξέρει, γιατί όπως εκείνος λέει εκείνοι που συνάντησα ίσως να μη με είδαν… Γιατί λοιπόν τούτο το μυστήριο, άγριο και τρυφερό συνάμα ξένο πλάσμα επιλέγει να έρθει εδώ!
Διάβασε, πρώτα τους στίχους και το μαράζι του στα ελληνικά, τον ξαναδιάβασε στα γαλλικά, και αφού έμαθε τους έρωτές του, που πήγε στην προηγούμενη και την επόμενη του ζωή, τι έκανε, ποιους γνώρισε, ποιους αγάπησε και ποιους αγνόησε, και αφού κατάλαβε τι σόι άνθρωπος ήταν και γιατί επέλεξε από όλο το νησί, να δουλέψει στο κακοτράχηλο Τρόοδος, τότε και μόνο μελέτησε και τι σόι νησί και τι σόι πλάσματα είμασταν εμείς και οι Εγγλέζοι Αρμοστές και οι κυρίες τους, οι βασιλικοί μηχανικοί, η βασίλισσα Βικτωρία και οι παρακοιμώμενοί της.

Διάβασα το βιβλίο της χωρίς διακοπή, αλλά και χωρίς ανάσα. Δεν ξέρω αν είναι η γραφή της που με γοήτευσε και πάλι, η μετάπλαση της ποίησης του Ρεμπώ σε ποτάμι εικόνων, η απουσία στίξης στη ροή των επιλεγμένων λέξεων της διαλέκτου μας, ή ακόμη ο τρόπος που περιγράφει ερωτικά ένα τοπίο μέσα από το ανθρώπινο του περιεχόμενο.
Εντυπωσιάστηκα από την τεράστια μελέτη και έρευνα που πρέπει να έκανε στη γεωγραφία και τη γεωλογία του τόπου και των ανθρώπων του για να βγει στην επιφάνεια τούτος ο αθέατος Αρθούρος που ψάχνει ο ταχυδρόμος και κανείς δεν τον γνωρίζει, ούτε τον έχει δει, ούτε τον αναζητεί, ούτε ξέρει αν είναι ένας ρομαντικός ή ένας κυνικός τυχοδιώκτης, ή ένας κολασμένος δολοφόνος. Ο αναγνώστης δεν θα τον συναντήσει παρά στο τέλος του βιβλίου, και εκεί ακόμη δεν θα καταλάβει τι στο καλό ήταν ο έφηβος Σαίξπηρ, ή ο ποιητής της εξέγερσης όπως τον αποκάλεσαν και τον ύμνησαν μεγάλοι Γάλλοι λογοτέχνες όπως ο Καμύ και ο Ουγκώ.
Τελειώνοντας την ανάγνωση κατάλαβα ότι η Διονυσίου μαγεμένη από τον αθέατο Ρεμπώ, διάβασε την Κύπρο, την ιστορία, τη φύση, τους ήχους και τις ανάσες του νησιού. Επέλεξε συνειδητά να υμνήσει το κάλλος και την αγριάδα της κυπριακής φύσης, της αυτούσιας και αυτοδημιούργητης, πριν την αγγίξουμε, εμείς, οι νέοι ιδιοκτήτες και κάτοικοί της.
Σχολικό εγχειρίδιο, κυρία Υπουργέ της Παιδείας, πρέπει να γίνει το βιβλίο της. Να καταλάβουν οι νέες γενιές ότι πίσω από τη χλιδάτη Λεμεσό και την φέικ γκλαμουράτη Πάφο κείνται βουνά και άνθρωποι των οποίων το κάλλος ουδείς γνωρίζει και ουδείς υμνεί! Να τους παίρνετε εκδρομή και πεζοπορία τους μαθητές σας, να καταλάβουν τη διαφορά ανάμεσα στη δημιουργία και τη ψευτιά, να τους εξηγήσετε τη ζωή τούτου του ανθρώπου που δε συμβιβάστηκε με τίποτα.
Να ξεκινήσετε από την αγροικία του Αρμοστή και κατρακυλώντας από το βουνό μαζί με τις πέτρες και τις τσακίλες να τους εξηγείτε μεγαλοφώνως ποιοι ήταν τούτοι οι ασπριδεροί κατακτητές, και γιατί ήταν κυνικοί και γιατί νομάτισαν τους καταρράκτες μας Νέα Καληδονία, και γιατί αγνόησαν εμάς και τον Μιλλομέρη. Να τους μάθετε ιστορία και γεωγραφία μέσα από την ποίηση!
Να το διαβάσουν και οι γονείς τους ίσως καταλάβουν τι σόι πλάσματα είναι οι Ευρωπαίοι και ιδιαίτερα όσοι νομίζουν ότι είναι οι απόγονοι των Μεγάλων Αρμοστών. Όσο για την περιγραφή της πρωτεύουσας στο πρώτο κεφάλαιο, να διαβαστεί με περίσκεψη και αιδώ από τους άρχοντες, πέρκι καταλάβουν τι σημαίνει για τον καθένα η πόλη και ο τόπος στο πέρασμα της ιστορίας. Να διαβαστεί και το δεύτερο κεφάλαιο από τις σεβαστές κυρίες της μισής πρωτεύουσας ως ένας ύμνος στη φιλοδοξία και τη ματαιοπονία! Να διαβαστεί και από τους branding experts και σπεσιαλίστ του τουρισμού μας για τα φιλμάκια που παράγουν, ίσως καταλάβουν τι χάνει η Κύπρος όταν δείχνει το δήθεν και το ψεύτικο αντί την αλήθεια.
Όσο δε για τον Αρθούρο να τον ψάξετε σε όλο το βιβλίο, θα τον ανακαλύψετε, όπως θα τον βρει και ο ταχυδρόμος, για να εντοπίσετε ποια από όλα τα επίθετα που του έδωσαν οι λογοτέχνες αρμόζουν σε τούτο τον μυστήριο Γάλλο, τον μποέμ, τον αλήτη πεζοπόρο και τον ατημέλητο γητευτή των γυναικών που άραξε στο Τρόοδος και κατάλαβε… ενώ εμείς δεν έχουμε καταλάβει ακόμη τι τόπο έχουμε.
Ελεύθερα, 27.4.2025