Βρισκόμαστε ένα χρόνο και κάτι πριν από τις επόμενες βουλευτικές εκλογές, οι οποίες ήδη άρχισαν να προκαλούν αναταράξεις στα γραφεία των παραδοσιακών κομμάτων. Η εμφάνιση νέων σχημάτων ήδη προκαλεί άγχος στις ηγεσίες των παραδοσιακών κομμάτων, καθώς βλέπουν τους κανόνες του παιχνιδιού (το οποίο μέχρι και πρόσφατα πίστευαν ότι έλεγχαν) αρχίζουν να αλλάζουν. Και μέσα σε συνθήκες άγχους και αγωνίας καταφεύγουν σε πρακτικές και τακτικές που δεν είναι σίγουρο εάν θα τους δώσουν αυτό που επιθυμούν.

Σε περιόδους κατά τις οποίες τα κόμματα δέχονται έντονες πιέσεις καταφεύγουν με περισσή ευκολία σε λογικές μηδενικού αθροίσματος. Κι αυτό γιατί πιστεύουν πως ακολουθώντας μια πολιτική μηδενικού αθροίσματος (στα αγγλικά γνωστός ο όρος ως zero-sum politics) μπορούν να πετύχουν τους στόχους τους. Σε πρώτη φάση να συσπειρώσουν και εν συνεχεία να κερδίσουν την επόμενη εκλογική μάχη.

Η πολιτική μηδενικού αθροίσματος θεωρείται εκείνη η πολιτική νοοτροπία ή προσέγγιση όπου το κέρδος της μιας πλευράς θεωρείται ότι έρχεται αναγκαστικά σε βάρος της άλλης. Και είναι μέσα σ’ αυτό ακριβώς το πλαίσιο που επιχειρούν να κινηθούν οι πολιτικές δυνάμεις της Κύπρου, ένα χρόνο πριν από τις επόμενες βουλευτικές εκλογές.  

Κοιτάζοντας λίγο θεωρητικά τις πολιτικές μηδενικού αθροίσματος θα δούμε ότι αυτές αποτελούνται από τέσσερις βασικούς άξονες: α) Την πεποίθηση ότι οι πολιτικές νίκες πρέπει να έρχονται εναντίον των αντιπάλων, β) Πόλωση, μέσω πολιτικής διαίρεσης, γ) Παρεμπόδιση αντίθετων πρωτοβουλιών ακόμη κι όταν αυτές έχουν κάποια αξία, και δ) δαιμονοποίηση οτιδήποτε προέρχεται από τους πολιτικούς αντίπαλους.

Ρίχνοντας μια ματιά στην παρούσα πολιτική κατάσταση στο νησί θα δούμε πως ήδη τα δύο μεγάλα κόμματα έχουν ήδη κινούνται σε πολιτικές μηδενικού αθροίσματος. Με μια σημαντική διαφοροποίηση απ’ ότι στο παρελθόν. Μέχρι και πριν από το 2023 οι αντιπαραθέσεις μεταξύ των παραδοσιακά μεγάλων κομμάτων κινούνταν σε λογικές μηδενικού αθροίσματος, στοχεύοντας οι μεν προς τα αριστερά και οι δε προς το δεξιά. Η όποια επιτυχία του ΔΗΣΥ, εξαρτάτο από την ταυτόχρονη αποτυχία του ΑΚΕΛ και το αντίθετο. Ακόμα και σε περιπτώσεις εκλογής ίσου αριθμού βουλευτών, εκείνο που μετρούσε, ως μηδενικό άθροισμα, ήταν το εκλογικό ποσοστό όπου πάντοτε υπήρχε μια διαφορά.

Η τακτική των δύο μεγάλων κομμάτων άλλαξε ως προς τον αντίπαλο αλλά όχι ως προς το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Εκκινώντας προς τις επόμενες εκλογές, αυτό που καταγράφεται είναι: η λογική πολιτικών μηδενικού αθροίσματος παραμένει ως κυρίαρχη τάση, αλλά σ’ αυτή τη φάση τουλάχιστον εκείνο το οποίο επιζητούν είναι να πλήξουν όχι τα εκατέρωθεν στρατόπεδα αλλά την πλευρά της κυβέρνησης. Γι’ αυτό και σε ορισμένα ζητήματα βλέπουμε είτε να συμπλέουν είτε να υιοθετούν παρόμοια σχόλια.

Ένα χαρακτηριστικό ο τρόπος που αντέδρασαν αμφότερες πολιτικές δυνάμεις, ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ, στη συμφωνία της Κυπριακής Δημοκρατίας με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα για απόκτηση μονάδων αφαλάτωσης προκειμένου να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα λειψυδρίας. Κάπου μέσα στις λέξεις υπήρχε και ένα… «θετική εξέλιξη», αλλά και αυτό ήταν καμουφλαρισμένο κατά τρόπο ώστε να περάσει στην κοινή γνώμη ευρύτερα, αλλά πιο συγκεκριμένα προς τους ψηφοφόρους τους, η άποψη ότι «δεν λύνεται το υδατικό» και ότι πρόκειται για «μια προσωρινή λύση». Ή ακόμα η προσπάθεια να περάσει προς την κοινή γνώμη η θέση πως περίπου η συγκεκριμένη εξέλιξη προέκυψε επειδή κινητοποιήθηκε και άσκησε πίεση η αντιπολίτευση.

Σύμφωνα με τους τέσσερις πυλώνες της πολιτικής μηδενικού αθροίσματος: α) ΔΗΣΥ και ΑΚΕΛ επιδιώκουν να εμφανιστούν νικητές σε μια μάχη με την κυβέρνηση, β) επιδιώκουν συσπείρωση των ψηφοφόρων τους επιχειρώντας κατά της κυβέρνησης, γ) τοποθετούνται εμπόδια στην προώθηση πολιτικών από μέρους των κυβερνώντων, και δ) Δαιμονοποίηση της όποιας κυβερνητικής πρωτοβουλίας.

Το ερώτημα είναι εάν το εκλογικό σώμα, ευρύτερα, προσεγγίζει την παρούσα πολιτική κατάσταση με τον ίδιο τρόπο που την προσεγγίζουν οι κομματικές ηγεσίες. Εάν δηλαδή και οι ψηφοφόροι ακόμα και των ίδιων των κομμάτων συμφωνούν ότι ο βασικός αντίπαλος στις επόμενες βουλευτικές εκλογές είναι η κυβέρνηση και οι πολιτικές που ακολουθεί επί όλων των θεμάτων.

Όπως θα πρέπει στο τέλος να ζυγίσουν και το εάν μπορούν να πείσουν το εκλογικό σώμα μέσα από λογική μηδενικού αθροίσματος για ό,τι έχει να κάνει με τις αντίπαλες πολιτικές δυνάμεις ή την κυβέρνηση, όταν στο μείζον ζήτημα που είναι το Κυπριακό, η λογική είναι εντελώς αντίθετη. Εκεί απορρίπτονται πολιτικές μηδενικού αθροίσματος και προτάσσονται, μετά επιτάσεως, πολιτικές συνδιαλλαγής.