Το κακό έγινε, αλλά η ευθύνη μένει ορφανή. Κάηκαν και αυτές μέσα στις φλόγες των λαμπρατζιών. Ως συνήθως άλλωστε. «Εγώ εν τζαι». Μια ζωή, εμείς δεν φταίμε, φταίνε οι άλλοι. Φταίει η Κυβέρνηση, φταίει ο Υπουργός Δικαιοσύνης, φταίει η Βουλή, τα κόμματα, φταίει ο κάθε Δήμαρχος και ο κάθε αντιδήμαρχος και κοινοτάρχης, φταίει και ο καθένας μας που έβλεπε και ανεχόταν προσπερνώντας αδιάφορα την όλη κατάσταση. Το κακό φαινόταν εξάλλου ότι ερχόταν. Χρόνια τώρα στις γειτονιές των δήμων και των κοινοτήτων, επικρατεί τις μέρες του Πάσχα μία εμπόλεμη κατάσταση.

Ιδιαίτερα την μεγάλη εβδομάδα που τα σχολεία είναι κλειστά και οι νεαροί βγάζουν σκοπιές κατασκηνώνοντας γύρω από τον σωρό των ξύλων και διαφόρων άλλων υλικών που στοιβάζουν για να ανάψουν την ημέρα του Μεγάλου Σαββάτου το βράδυ. Χρόνια τώρα η ίδια ιστορία. Κάθε χρόνο να συζητούμε για την οχλαγωγία και τους κινδύνους που εγκυμονούν από την συμπεριφορά των νεαρών ατόμων, αλλά πάντα να καταλήγουμε σε αδιέξοδο. Και ο λόγος; Η έλλειψη αποφασιστικότητας που μας διακατέχει ως κράτος, ως πολιτεία αλλά και ως κοινωνία, στην αντιμετώπιση ενός προβλήματος. Κουβέντα να γίνεται κάθε φορά, αλλά πράξη καμία!

Το αποτέλεσμα της όλης ιστορίας είναι να θρηνούμε για ακόμα μία φορά επί των ερειπίων της ανικανότητας και της απρονοησίας της πολιτείας, χωρίς βέβαια να απουσιάζει από την εξίσωση και η ατομική ευθύνη του καθενός μας. Αν είναι ποτέ δυνατόν, να επιμένουν ακόμα κάποιοι να θεωρούν αυτό που γίνεται κόμματι της παράδοσης.  Αυτό δεν είναι έθιμο αλλά απόπειρα εμπρησμού των γειτονιών.

Είναι τραγικό μπροστά σε αυτή την τραγωδία Κυβέρνηση και Βουλή να επιδίδονται σε ένα πόλεμο αλληλοεπίρριψης ευθυνών. Έχει δίκαιο ο Υπουργός Δικαιοσύνης όταν μιλά για τις ευθύνες του κάθε γονιού. Αλλά αυτό δεν απαλλάσσει τον ίδιο και την Κυβέρνηση από τις ευθύνες που έχουν. Το κράτος οφείλει να προστατεύει τους πολίτες του από την ανευθυνότητα και την ανικανότητα του οποιουδήποτε γονιού να κουμαντάρει το κοπελούδι του, όπως και από την παραβατική συμπεριφορά του οποιουδήποτε νεαρού. Είναι θέμα συγκεκριμένης νομοθεσίας για τις λαμπρατζιές κύριε Υπουργέ αυτό που γίνεται ή είναι ζήτημα δημόσιας ασφάλειας; Και το βάρος της ευθύνης πέφτει στην Αστυνομία.

Έχουν όμως ευθύνη και τα κόμματα και η Βουλή διότι η κατάσταση με τις λαμπρατζιές έχει ξεφύγει εδώ και χρόνια. Δεν είναι σημερινό φαινόμενο και άρα ας μην κρύβονται πίσω από την έλλειψη εύλογου χρονικού διαστήματος για ψήφιση της νομοθεσίας από την ημέρα κατάθεσης του κυβερνητικού νομοσχεδίου. Όπως ευθύνες έχουν και οι τοπικές αρχές που οφείλουν να λαμβάνουν μέτρα για τα όσα γίνονται στις γειτονιές και να ενημερώνουν τις αρμόδιες αρχές, αν θεωρούν ότι οι ίδιες δεν μπορούν να λάβουν μέτρα.

Η λαμπρατζιά παραδοσιακά ως έθιμο, ήταν  μια μεγάλη φωτιά που άναβε την νύκτα του Σαββάτου για το κάψιμο του Ιούδα και συμβόλιζε το κάψιμο του κακού και την επικράτηση του καλού. Ήταν μια ελεγχόμενη κατάσταση όμως και σε καμία περίπτωση, οι λαμπρατζιές του χθες, δεν μοιάζουν με αυτό που βλέπουμε σήμερα. Τότε, ενδεχομένως οι λαμπρατζιές, να λειτουργούσαν και ως σημείο αναφοράς, ως συνδετικό στοιχείο μιας κοινότητας ή μιας ενορίας. Υπήρχε ο σεβασμός και προς τον συμβολισμό του εθίμου αλλά και προς τον συνάνθρωπο. Σήμερα, οι γειτονιές μετατρέπονται σε πολεμικό πεδίο και είναι κοινό μυστικό ότι τα βράδια, κατά τη διάρκεια της δήθεν περιφρούρησης των λαμπρατζιών, γίνονται διάφορα.

Η κατάσταση έχει ξεφύγει εδώ και χρόνια σε τέτοιο βαθμό που τίθεται ζήτημα δημόσιας ασφάλειας. Ήταν θέμα χρόνου  να θρηνήσουμε θύματα. Δυστυχώς έγινε και αυτό και αν δεν αντιληφθούμε την σοβαρότητα της κατάστασης, θα έρθουν και άλλα κακά στο μέλλον.