IN MEMORIAM. Πέθανε σε ηλικία 89 ετών ο Mario Vargas Llosa, Νομπελίστας Περουβιανός μυθιστοριογράφος, που ήθελε να γίνει και πολιτικός. Ήταν υποψήφιος για την προεδρία του Περού το 1990 και κέρδισε το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 2010. Από τους μεγάλους λογοτεχνικούς μου ήρωες. Μετέτρεπε εμπειρίες και στιγμιότυπα από την προσωπική του ζωή σε βιβλία που αντηχούσαν πολύ πέρα ​​από τα σύνορα της πατρίδας του.

Η πολιτιστική συντάκτρια Βένα Γεωργακοπούλου, με την οποία πορευτήκαμε μαζί στην πάλαι ποτέ «Ελευθεροτυπία», του πήρε μια συνέντευξη, πραγματικό χείμαρρο. Δεν άρεσε στους αριστερόστροφους – τον θεωρούσαν δεξιό, πού ήταν. «Έστελνε λουλούδια στην Θάτσερ, και έριχνε μπουνιές, από ζήλια, στον Γκάμπο, τον άλλον λατινοαμερικανό γίγαντα της λογοτεχνίας, τον Κολομβιανό Γκαμπριέλ Γκαρθία Μάρκες. Έγραψε αριστουργήματα, ήταν με την ελευθερία και τη δημοκρατία, κάτι που για έναν λατινοαμερικάνο δεν είναι και τόσο σύνηθες.

Λέω κι εγώ, όπως και η συνάδελφός μου, να ξαναδιαβάσω κανένα βιβλίο του αυτές τις μέρες, τιμής ένεκεν. Ήταν οι εποχές που η λογοτεχνία δεν μας ταλαιπωρούσε, αντίθετα μας ανέβαζε στα ουράνια. Επιλέγω αυτό, από το οποίο παραθέτω και ένα μικρό απόσπασμα:

«Νομίζω ότι μόνο όποιος εισέρχεται στη λογοτεχνία σαν σε θρησκεία, διατεθειμένος να αφιερώσει σ’ αυτή την κλίση το χρόνο, τις δυνάμεις, τις προσπάθειές του, είναι πραγματικά σε θέση να γίνει συγγραφέας και να γράψει ένα έργο που θα τον υπερβεί. Αυτό το μυστηριώδες πράγμα που ονομάζουμε ταλέντο, η μεγαλοφυΐα, δεν γεννιέται – τουλάχιστον όχι στους μυθιστοριογράφους, παρότι μερικές φορές εμφανίζεται στους ποιητές ή στους μουσικούς – με τρόπο πρώιμο και αιφνίδιο (τα κλασικά παραδείγματα είναι βέβαια ο Ρεμπώ και ο Μότσαρτ), αλλά διαμέσου μιας μακράς ακολουθίας ετών πειθαρχίας και επιμονής. Δεν υπάρχουν πρώιμοι μυθιστοριογράφοι. Όλοι οι μεγάλοι, οι θαυμαστοί μυθιστοριογράφοι ήταν στην αρχή μαθητευόμενοι γραφιάδες των οποίων το ταλέντο κυοφορήθηκε με βάση τη σταθερότητα και την πεποίθηση. Για κάποιον που αρχίζει να γράφει είναι πολύ ενθαρρυντικό το παράδειγμα των συγγραφέων αυτών που, αντίθετα μ’ έναν Ρεμπώ, που υπήρξε στην εφηβεία του ποιητική μεγαλοφυΐα, οικοδόμησαν το ταλέντο τους».

(Απόσπασμα από το βιβλίο «Επιστολές Σ’ Ένα Νέο Συγγραφέα», του Περουβιανού λογοτέχνη Μάριο Βάργκας Λιόσα (Εκδόσεις Καστανιώτη)

Καθώς μπήκαμε κιόλας στην Μεγάλη Εβδομάδα, με βασανιστική νομοτέλεια βλέπω να αναφύονται στην ειδησεογραφία θέματα μιας «εθιμοτυπίας» που επί χρόνια δυσκολεύομαι να εντάξω στον «δικό μου κόσμο». Ήδη, λέει, η αστυνομία «έχει κινητοποιηθεί για τις κροτίδες». Τι ωραίο! Δεν ξέρω από που ξεκίνησαν όλα αυτά τα έθιμα, τα οποία σε μερικά μέρη λαμβάνουν … υπερκόσμια διάσταση τις ημέρες του Πάσχα. Κλασσικό παράδειγμα, αλλά όχι και μοναδικό, ο ρουκετοπόλεμος κάθε Πάσχα στην κωμόπολη Βροντάδος στη Χίο. Εντυπωσιακό μεν, απαράδεκτο δε. Έχουμε χάσει πολλούς ανθρώπους. Είναι ντροπή να καθιερώνουμε «έθιμο» που «παίρνει» ζωές. Ή, έστω, που προκαλεί φόβο στους απλούς, φιλήσυχους ανθρώπους.

Στα έθιμα της σημερινής μέρας, της Μεγάλης Τρίτης, στην Ελλάδα, σε μερικές φτιάχνονται τα κουλουράκια και τα τσουρέκια, έθιμο ωστόσο, που συνήθως γίνεται τη Μεγάλη Πέμπτη. Στη Θάσο αναβιώνει το πανάρχαιο έθιμο «Για βρεξ’ Απρίλη μ’», όπου χορεύονται παραδοσιακοί χοροί.

Μία από τις καλύτερές μας μαγείρισσες, η Αργυρώ Μπαρμπαρίγου, έχει να μας προτείνει το εξής: η Μεγάλη Τρίτη φωνάζει για όσπρια. Φτιάξτε κάτι εύκολο και θρεπτικό. Τα ρεβύθια σούπα είναι το φαγητό της ημέρας. Τέλεια βρασμένα και χυλωμένα ρεβύθια σε μια παραδοσιακή και μαμαδίστικη συνταγή που ποτέ δεν μπορεί να πέσει έξω! Και αν σας περισσέψουν μερικά, μην τα πετάξετε, κρατήστε τα για τη συνταγή της Μεγάλης Τετάρτης! Ακόμα και το site της, το argiro.gr, είναι νοστιμότατο!