Ο Ερσίν Τατάρ έχει υπηκοότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας και δεν την αποποιήθηκε ποτέ, ό,τι και να λέγει. Όπως και τα παιδιά, εγγόνια του πάλαι ποτέ ηγέτη των Τουρκοκυπρίων, Ραούφ Ντενκτάς. Το ίδιο ισχύει για όλο το πολιτικό σύστημα του κατοχικού καθεστώτος, που νυχθημερόν υπονομεύουν το κράτος μας.

Όπως ανέφερε ο Τουρκοκύπριος ακτιβιστής Οζ Καραχάν σε συνέντευξή του στον Χρύσανθο Τσουρούλλη, παιδιά στελεχών του κόμματος του Τατάρ ( κι όχι μόνο) εργάζονται στις ελεύθερες περιοχές. Πηγαινοέρχονται για να εργασθούν. Σημειώνεται ότι μετά την μερική άρση των περιορισμένων στη διακίνηση ένθεν κακείθεν της κατοχικής γραμμής, στις ελεύθερες περιοχές εργάζονταν περίπου 11.000 Τουρκοκύπριοι. Ο αριθμός αυτός μειώθηκε με την οικονομική κρίση.

Ο Οζ ανέφερε πως οι Τουρκοκύπριοι δεν αισθάνονται ανασφάλεια λόγω των Ελληνοκυπρίων. Αισθάνονται ασφαλείς στις ελεύθερες περιοχές. Αισθάνονται ασφαλείς μόλις περάσουν τα οδοφράγματα από τα κατεχόμενα στις περιοχές, που ελέγχει η Κυπριακή Δημοκρατία. Δεν αισθάνονται, όμως, ασφαλείς στα κατεχόμενα επειδή η κατοχική δύναμη τους πιέζει, τους καταπιέζει. Ζουν υπό κατοχή. Επικαλούμαι τον Όζ Καραχάν, επειδή είναι γνωστός για τις θέσεις του και τις προσπάθειες του για απελευθέρωση της Κύπρου. Αναλύει χωρίς περιστροφές τα δεδομένα και δεν αποφεύγει να πει τα «σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη». Δεν κρύβεται πίσω από τα διαχρονικά αφηγήματα, καταρρίπτει το παραμύθι ότι το Κυπριακό είναι δικοινοτικό θέμα υπενθυμίζοντας ότι είναι ζήτημα εισβολής και συνεχιζόμενης κατοχής. Το αφήγημα ότι το πρόβλημα είναι δικοινοτικό εξυπηρετεί την Τουρκία και κάποιους τρίτους, οι οποίοι θέλουν να την καλύψουν για τα όσα πράττει στην Κύπρο και όσα θέλει να κάνει με την αποικιοποίηση του νησιού η κατοχική δύναμη.

Αυτούς τους Τουρκοκύπριους, όπως τον Οζ,,  πρέπει να ακούμε και να συνεργαζόμαστε κι όχι όσους- όταν πλησιάζουν την εξουσία- προσαρμόζονται με την κατοχή. Κι αυτό το έργο με τους προσαρμοστικούς το βιώνουμε διαχρονικά.

Υπενθυμίζεται ότι ο Οζ Καραχάν μαζί με τον Γιώργο Τάττη σύρονται στα δικαστήρια επειδή στην παρέλαση της 1ης Οκτωβρίου, για την ημέρα της ανεξαρτησίας, επιχείρησαν να σηκώσουν ένα πανό υπέρ της Κυπριακής Δημοκρατίας! Το πανό έγγραφε: «Κυπριακή Δημοκρατία η μόνη λύση- Όχι σε λύση απαρτχάιντ». Ήταν το πανό Ενός Ελληνοκύπριου και ενός Τουρκοκύπριου. Ό,τι καλύτερο και συμβολικά και επί ουσίας ήταν η πράξη τους εκείνη. Θέλουν την Κυπριακή Δημοκρατία να είναι βασικός πυλώνας μιας λύσης. Σύρονται, ωστόσο, στα κυπριακά δικαστήρια επειδή στηρίζουν την Κυπριακή Δημοκρατία. Και δεν βρέθηκε κανένας θεσμός σε αυτή τη χώρα να σταματήσει τη δίωξη. Την ίδια ώρα, ο Οζ παραμένει στόχος της κατοχικής Τουρκίας, δεν μπορεί να μεταβεί στα κατεχόμενα επειδή  κατηγορεί και καταγγέλλει την Τουρκία για τη συνεχιζόμενη κατοχή εδαφών.

Σε σχέση, λοιπόν, με το θέμα της υπηκοότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας, τούτο έχει συζητηθεί πολλές φορές. Οι Τουρκοκύπριοι έχουν αναφαίρετο δικαίωμα και είναι υπήκοοι του κράτους. Η υπηκοότητα προϋποθέτει και υποχρεώσεις αλλά και σεβασμό στην Κυπριακή Δημοκρατία και όχι υπονόμευση. Δεν πρέπει να είναι συμφεροντολογική η σχέση. Αυτό ισχύει για όλα τα κράτη και για όλους τους πολίτες.

Το καλοκαίρι του 2021 όταν η κατοχική πλευρά προέβαινε σε προκλήσεις στην περίκλειστη περιοχή της Αμμοχώστου, σε συνεδρίαση του Εθνικού Συμβουλίου ( 21 Ιουλίου 2021), μεταξύ των προβληματισμών που διατυπώθηκαν για αντίδραση στις ενέργειες της Τουρκίας ήταν και «ανάκληση διαβατηρίων αξιωματούχων του ψευδοκράτους – ονομαστικά – καθώς υποσκάπτουν την Κυπριακή Δημοκρατία». Σε αυτόν τον προβληματισμό, που έμεινε στη σκέψη, είχε αντιδράσει ο Τατάρ. Έσπευσε να υποστηρίξει πως η Κυπριακή Δημοκρατία αποτελεί «κοινή Δημοκρατία των δύο λαών» και ότι τα διαβατήρια εξασφαλίζονται σαν φυσικό δικαίωμα που απορρέει από τις Συμφωνίες Εγκαθίδρυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας και πως αυτό το δικαίωμα θα πρέπει να τυγχάνει σεβασμού! Όποτε συμφέρει θυμάται το 1960 και τις Συμφωνίες, στην πράξη πολεμά το κράτος.

Για προφανείς λόγους δεν μπορεί να καλέσει τους Τουρκοκύπριους να παραδώσουν τα διαβατήρια. Ούτε η Τουρκία το έχει ζητήσει αυτό. Τίθεται, όμως, ένα ερώτημα προς την κατοχική πλευρά: Πώς μπορεί να αξιώνει δύο κράτη, να θεωρεί «εκλιπούσα» την Κυπριακή Δημοκρατία αλλά να θέλει το διαβατήριό της;