Επτά δεκαετίες συμπληρώνονται σήμερα από της έναρξης του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα κατά των Άγγλων κατακτητών. Αγώνας για ελευθερία, αυτοδιάθεση, ένωση. Οι εκρήξεις που σημειώθηκαν εκείνο το βράδυ, προάγγελλαν την αρχή ενός μεγάλου αντικατοχικού αγώνα. Η ΕΟΚΑ, με λιγοστά μέσα, έχοντας δίπλα της την πλειοψηφία του λαού, ξεκίνησε την αναμέτρηση με την αποικιοκρατική δύναμη.
Εκ των υστέρων καi με την άνεση της χρονικής απόστασης και λαμβάνοντας υπόψη διάφορους παραμέτρους, λέγονται και γράφονται πολλά. Το σίγουρο είναι πως καμία επανάσταση, κανένας αγώνας δεν κρίνεται λανθασμένος όταν ο στόχος είναι η απελευθέρωση. Διατυπώνονται ισχυρισμοί πως «εάν καθόμαστε ήσυχοι», δηλαδή υπόδουλοι, κάποια στιγμή ο κατακτητής μέσα στην «καλοσύνη», που τον… διέκρινε ( όπως διακρίνει και τους εκάστοτε κατακτητές), θα μας «χάριζε» την ελευθερία. Ψευδαίσθηση. Γιατί κι όταν δρομολογήθηκαν οι εξελίξεις για την κολοβωμένη, εξαρτημένη, ανεξαρτησία, με την εμπλοκή της Τουρκίας, ο στόχος ήταν ένα κράτος εξαρτημένο, με διεθνείς ρυθμίσεις, που ανεδείκνυαν το ρόλο των τρίτων κι όχι του κράτους, της χώρας, του λαού. Η ιδέα πως θα ήταν καλύτερα «να μην γινόταν τότε αγώνας» είναι ένα σύνδρομο που κουβαλούν διάφοροι έκπαλαι. Υποστήριζαν τούτο τότε, το ίδιο πράττουν και σήμερα με την Τουρκία. Αλλά και διαχρονικά και με τους Βρετανούς, τασσόμενοι κατά του «δεύτερου μετώπου». Δεν μπορούμε, λένε, ανοίξουμε «δεύτερο μέτωπο». Επί της ουσίας δεν θέλουν κανένα ανοικτό μέτωπο, ούτε και με την κατοχική Τουρκία. Είναι αυτοί που ζητούν προσαρμογή στις τουρκικές αξιώσεις. Αλλά ακόμη και κάποιοι που υμνούν- καθηκόντως ως εκ της θέσεως τους- τον αγώνα της ΕΟΚΑ, δηλώνουν, για παράδειγμα, έτοιμοι να αποδεχθούν ρυθμίσεις για άσκηση βέτο από την τουρκική πλευρά σε όλα τα επίπεδα και σε όλα τα θέματα! Κατά τα άλλα συγκινούνται με τον αγώνα, τους αγωνιστές, τους θυσιασθέντες. Εξαρτημένο κράτος ήταν το 1960, περισσότερο εξαρτημένο θέλουν κάποιοι σήμερα στο πλαίσιο μιας μελλοντικής συμφωνίας.
Εβδομήντα χρόνια μετά, ασφαλώς και μπορούμε να αποτιμήσουμε τον αγώνα, τιμώντας το μεγαλείο του και σημειώνοντας τα λάθη που έγιναν. Γιατί λάθη έγιναν, χωρίς ωστόσο αυτό, να μειώνει τη σημασία του.
Εκείνο, πάντως, που θα πρέπει να αναδειχθεί σήμερα είναι η παράμετρος της αποαποικιοποίησης, που συνδέεται με την πλήρη εφαρμογή της κυριαρχίας της χώρας μας. Ένα θέμα που συζητείται δεκαετίες και που έχει να κάνει και με τη λύση του Κυπριακού. Γιατί είναι σαφές πως η άσκηση της κυριαρχίας δεν μπορεί να εξαρτάται από τρίτες χώρες, όπως επιδιώκεται από την κατοχική Τουρκία. Ούτε να έχει περιορισμούς ή να χρησιμοποιείται η χώρα ως αποικία.
Υπάρχει και το θέμα των Βάσεων. Το θέμα δεν μπορεί να τίθεται περιστασιακά, ευκαιριακά, με καθοδηγούμενες δράσεις, που επί της ουσίας δεν εγείρουν θέμα ξηλώματος τους, αλλά μη χρήσης τους, ως πολεμικό ορμητήριο. Οι Βάσεις αποτελούν αποικιακά κατάλοιπα, που δεν μπορούν να γίνονται ανεκτά στην εποχή μας. Η παρουσία τους υπενθυμίζουν με έντονο τρόπο την ανοκλήρωτη από-αποικιοποίησης, εκ εκ μέρους των Βρετανών. Αλλά, την ίδια ώρα, μιας ημιτελούς άσκησης του δικαιώματος αυτοδιάθεσης, εκ μέρους του Κυπριακού λαού. Αυτή είναι η πραγματικότητα.
Ο αγώνας της περιόδου 1955-1959, της ΕΟΚΑ, ήταν υπέροχος. Εκεί, ωστόσο, που είχε εμπλακεί η διπλωματία, οι διάφοροι τρίτοι, μπήκαν στην εξίσωση οι ισορροπίες και τα συμφέροντα, άλλαξε η πορεία. Αλλά κι όταν, εκείνος ο αγώνας κατέληξε σε μια κολοβωμένη ανεξαρτησία, θα μπορούσε συλλογικά να καταβληθεί προσπάθεια για να δουλέψει το νέο κράτος.
Ο αγώνας ήταν του λαού. Ακόμη και εκείνης της μερίδας, που ηγεσία του είχε και έχει «αλλεργία» με την ΕΟΚΑ. Δεν το αντιλήφθησαν τότε τον παλλαϊκό χαρακτήρα του αγώνα, πολύ περισσότερο, όμως, δεν το συνειδητοποιούν σήμερα.
Θα μπορούσε να υποδείξει κανείς στους Παλαιστίνιους, στους Κούρδους, στους Ιρλανδούς, να μην πολεμούν για την ελευθερία τους; Θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει πως ο Τσε Γκεβάρα ή ο Άρης Βελουχιώτης έπραξαν λάθος γιατί ο αγώνας τους, για κάποιους, ήταν ανέφικτος;