Το τελευταίο διάστημα διαβάζω ότι κερδίζει έδαφος το σενάριο ο τέως Γενικός Ελεγκτής Οδυσσέας Μιχαηλίδης να εξαγγείλει πολιτική κίνηση και να μπει στη μάχη των βουλευτικών εκλογών.

Σύμφωνα μάλιστα με ρεπορτάζ στον Φιλελεύθερο, «οι πιθανότητες να γίνει αυτό, δηλαδή να κατέλθει η πρωτοβουλία του τέως Γενικού Ελεγκτή στις βουλευτικές εκλογές του Μαΐου 2026 είναι πολύ μεγαλύτερες από το να περιμένει μέχρι τις προεδρικές εκλογές του 2028».

Ο Φιλελεύθερος προσθέτει πως, παρόλο που δεν έχουν ληφθεί τελικές αποφάσεις, ο κ. Μιχαηλίδης και οι πέριξ αυτού θεωρούν ότι «η χρονική συγκυρία των βουλευτικών εκλογών και της υψηλής δημοτικότητας που τυγχάνει ακόμα ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης, δεν πρέπει να χαθεί». Αναφέρεται ακόμα ότι σημαντικό ρόλο παίζουν τα αποτελέσματα δημοσκοπήσεων, στα οποία φαίνεται πως «ο Οδυσσέας Μιχαηλίδης συνεχίζει να διατηρεί υψηλά ποσοστά δημοτικότητας, ενώ υψηλά ποσοστά φαίνεται να συγκεντρώνει και το ενδεχόμενο ψήφου προς μια πολιτική κίνηση υπό τον ίδιο. Γεγονός που ενισχύει την άποψη όσων υποστηρίζουν την ιδέα για κάθοδο του Οδυσσέα Μιχαηλίδη και της πολιτικής κίνησης ή πρωτοβουλίας του, στις βουλευτικές εκλογές, αντί της αναμονής μέχρι τις προεδρικές εκλογές».

Είναι αναμενόμενο ότι τον κ. Μιχαηλίδη και τους ανθρώπους γύρω του να τους απασχολεί η συμμετοχή στις βουλευτικές εκλογές, από τη στιγμή που είναι πλέον φανερό πως θα διεκδικήσει το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας στις εκλογές του το 2028. Ωστόσο, θα πρέπει να προβληματίσει ότι είναι διαφορετικό να διεκδικείς το ανώτατο αξίωμα για να κυβερνήσεις και πολύ διαφορετικό να εμπλακείς στο κομματικοπολιτικό σκηνικό του τόπου, με την ίδρυση ουσιαστικά μιας πολιτικοκομματικής κίνησης. Ακόμα κι αν αυτή δε θα φέρει τον τίτλο του κομματικού σχηματισμού.

Γύρω από τον κ. Μιχαηλίδη, εάν τελικά αποφασίσει να διεκδικήσει το αξίωμα του Προέδρου της Δημοκρατίας, θα συγκεντρωθούν πρόσωπα από όλους τους κομματικούς και ιδεολογικούς χώρους (άλλα με ανιδιοτέλεια και άλλα με ιδιοτέλεια), που πιστεύουν (ή θα δηλώνουν ότι πιστεύουν) στην ανάγκη τομών, ρήξης με τα κάθε λογής κατεστημένα και στην ύπαρξη μιας διακυβέρνησης που θα καθαρίσει -ή τουλάχιστον θα προσπαθήσει να καθαρίσει- τον στάβλο του δικού μας Αυγεία.

Αυτό όμως είναι κάτι εντελώς διαφορετικό από τη σύσταση και ανάδειξη ενός «κόμματος» ή «πολιτικής» κίνησης σε εισαγωγικά ή μη. Σε μια διακυβέρνηση, ο υποψήφιος Πρόεδρος μιας χώρας καταρτίζει το προεκλογικό του πρόγραμμα και όταν εκλεγεί επιλέγει τους 20 – 30 συνεργάτες του προκειμένου να το εφαρμόσει. Κι αν στην πορεία οποιοσδήποτε από αυτά τα πρόσωπα διαφωνήσει ή ο Πρόεδρος θεωρήσει ότι δεν ανταποκρίνεται στις προσδοκίες του, τότε μπορεί εύκολα να το αντικαταστήσει. Στην περίπτωση της διακυβέρνησης, ο Πρόεδρος έχει στη διάθεσή του πέντε χρόνια για να προωθήσει και να εφαρμόσει το πρόγραμμα του και στο τέλος της πενταετίας να κριθεί από τα αποτελέσματά της.

Κάποιοι ωστόσο θα πουν ότι με μια παρουσία στη Βουλή αυτό θα γίνεται με μεγαλύτερη ευκολία. Πρόκειται όμως για πλάνη. Η σύσταση μιας πολιτικής κίνησης, στην ουσία ενός κόμματος, προϋποθέτει πολλά άλλα πράγματα, που ενέχουν σημαντικούς κινδύνους για κάποιον που διακηρύττει καθημερινά ότι θέλει να διεκδικήσει το προεδρικό αξίωμα χωρίς παραχωρήσεις, υποχωρήσεις και συμβιβασμούς, πράγματα για τα οποία κατηγορεί άλλους.

Ένα κόμμα, για παράδειγμα, θα πρέπει να έχει γραφεία και υπαλλήλους. Κι αυτό προϋποθέτει έξοδα, άρα και έσοδα. Και εδώ τίθεται το ερώτημα, ποιος ή ποιοι θα χρηματοδοτήσουν ένα τέτοιο εγχείρημα; Ποιοι θα χρηματοδοτήσουν την προεκλογική εκστρατεία της κίνησης; Κι αν ακόμα βρεθούν οι χρηματοδότες, ποιο ρόλο θα διαδραματίζουν στο «κόμμα», σε εισαγωγικά ή μη και με ποιες προσδοκίες;

Πάνω απ’ όλα, όμως, η σύσταση μιας κίνησης για τις βουλευτικές εκλογές προϋποθέτει την ύπαρξη ενός κοινού παρονομαστή διακηρυγμένων ιδεολογικών και πολιτικών θέσεων και απόψεων. Μια προϋπόθεση που για να επιτευχθεί προϋποθέτει κάτι περισσότερο από ένα ελάχιστο κοινό παρονομαστή. Διαφορετικά, θα είναι ένα αόριστο συνονθύλευμα διαφορετικών προσεγγίσεων, που θα παραπέμπει σε μια προσπάθεια για κατάκτηση της εξουσίας, δηλαδή, ένα ακόμα «κόμμα» για τις καρέκλες.

Ακόμα όμως κι αν αυτή η κίνηση καταφέρει να εκλέξει έναν αξιόλογο αριθμό βουλευτών, θα αποτελεί μια μειοψηφία στη Βουλή, που θα είναι αναγκασμένη να ασχολείται με τη σάρα και τη μάρα και που στο τέλος της ημέρας θα υποστεί τη φθορά της εξουσίας. Την ίδια στιγμή οφείλουν να ξέρουν ο κ. Μιχαηλίδης και οι άλλοι υποστηριχτές αυτής της ιδέας πως όταν είσαι μέρος μιας οργανωμένης πολιτικής κίνησης αποτελείς έναν εν δυνάμει αντίπαλο κομματικό σχηματισμό, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, άμεσα και έμμεσα, στο παρόν και το μέλλον.

Κι αν τέλος ο τέως Γενικός Ελεγκτής θέλει να διεκδικήσει με αξιώσεις την προεδρία της Δημοκρατίας, θα πρέπει να λαμβάνει πολλά πράγματα υπόψη, όπως, μεταξύ άλλων, από ποιους περιστοιχίζεται, τι τον προτρέπουν να πράξει, πώς προσπαθούν να εκμεταλλευτούν τη δημοτικότητά του και επίσης πώς ο ίδιος αντιδρά ώστε τα πράγματα να μην έχουν ή να μη φαίνεται ότι έχουν προσωπικό χαρακτήρα.

  • Δημοσιογράφος
  • (panicoscharal.j@gmail.com)