Η τεκμηρίωση. Πόσο παρεξηγημένη, αλλοιωμένη και ταλαιπωρημένη λέξη στην χύμα εποχή που ζούμε. Θέλει κόπο και ήθος για να μπορείς να την «ασκήσεις».
Μακάρι να είχαμε και στα δικά μας μέρη την ομάδα του fact-checking (δηλαδή του ελέγχου μιας είδησης ή και πληροφορίας, προτού μεταδοθεί.
Σε ένα συνέδριο πριν από 3 χρόνια στο Ίδρυμα Νιάρχος στην Αθήνα, είχαν έρθει μερικά μέλη αυτής της ομάδας, και μας εξηγούσαν την μεθοδολογία τους. Επώδυνη, αλλά και λυτρωτική.
Τα fake news, όπως και τώρα, διαδίδονταν και τότε σαν το κόβιντ. Ό,τι έφτανε στο newsroom (αίθουσα συντάξεως) του Γαλλικού Πρακτορείου (AFP) – εκτός βεβαίως από τις ειδήσεις και τα θέματα που έστελναν οι ανταποκριτές από όλα τα μέρη του κόσμου (οι οποίοι, όπως και στο BBC, περνάνε από ειδικά σεμινάρια «ελέγχου της πληροφορίας» προτού προσληφθούν για να αποσπαστούν σε όποια χώρα τους στείλουν – περνούσε από fact checking.
Η ίδια μέθοδος εφαρμόζεται και από μεγάλους εκδοτικούς οργανισμούς όταν φτάνουν στα χέρια τους βιβλία «αμφιλεγόμενα», συνήθως από ανθρώπους που δεν έχουν γράψει κάτι άλλο στο παρελθόν. Είναι μια λεπτή διαδικασία, αλλά έχει αποδειχθεί ότι (και μιλάμε πάντα για factual stories και γεγονότα), ο έλεγχος σώζει υπολείψεις και προστατεύει συγγραφείς και αναγνώστες.
Τυποποίηση! Από τις πιο απεχθείς φράσεις για μένα, είναι η εξής που αρχίζει και τελειώνει έτσι: «Δεν το λέω εγώ..». Την ακούμε πολύ συχνά στην πολιτική αντιπαράθεση στην Ελλάδα. Είτε στο Κοινοβούλιο, είτε και στα τηλεοπτικά πάνελ όπου συνήθως τσακώνονται.
Γίνομαι έξαλλος όταν το ακούω αυτό το «δεν το λέω εγώ». Ε, πες το εσύ πουλάκι μου, με δικά σου λόγια. Τι τις θες τις … ενισχύσεις!
Μάνος Χατζιδάκις. Πόσες φορές, όταν τα πράγματα εκτρέπονται στον δημόσιο λόγο, που θυμάμαι και νοσταλγώ τον μεγάλο μας συνθέτη. Ο οποίος έλεγε, μεταξύ σοβαρού και αστείου, ότι στην Ελλάδα, δεν πρέπει να θεωρείται αρκετή η ψήφος των πολιτών για να εκλεγεί ή να μην εκλεγεί ένας στη Βουλή. Θα πρέπει, συμπλήρωνε, προτού αναλάβουν τα καθήκοντά τους να περάσουν από μια ενδελεχή ακρόαση ενώπιον «Επιτροπής Σοφών και Αδιάβλητων», για να λάβουν το τελικό «ΟΚ, περάστε!»
Ίλον Μασκ. Δεν τον συμπαθώ τον άνθρωπο – δεν το κρύβω. Όμως τον παραδέχομαι για την τόλμη και τις καινοτομίες του. Ιδίως το διαστημικό πρόγραμμα Space – X, και τα Tesla αυτοκίνητα. Που, όπως μου λένε άνθρωποι στην Ελλάδα που τα έχουν (ένας από τους οποίους παρεμπιπτόντως, είναι και ο φαρμακοποιός μου, για να καταλάβετε πόσο χρυσορυχεία είναι τα φαρμακεία!), είναι πράγματι ένα καταπληκτικό και φιλικό στο περιβάλλον αμάξι.
Μπορώ να καταλάβω και να δεχτώ την αντίδραση εκείνων που, λόγω της εμπλοκής του στην κυβέρνηση Τραμπ και τον τρόπο με τον οποίο ασκεί τα υπουργικά του καθήκοντα, ή πουλάνε τα Tesla τους, ή λένε ότι δεν θα αγοράσουν.
Εκείνο όμως που δεν μπορώ να καταλάβω, ούτε και να δεχτώ, είναι εκείνους που έβαλαν φωτιά και κατέστρεψαν πάρα πολλά αυτοκίνητα σε μια τεράστια μάντρα όπου φυλάγονταν. Αυτή είναι βία κατά της προσωπική περιουσίας ενός ανθρώπου. Είναι επίθεση κατά της ίδιας της Δημοκρατίας. Και δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή.
Το έγραψε και ο ίδιος ο Μασκ στο Χ: Υπήρξε ποτέ τέτοιο επίπεδο συντονισμένης βίας εναντίον μιας φιλήσυχης εταιρείας; Καταλαβαίνω ότι δεν θέλουν να αγοράσω ένα προϊόν, αλλά αυτό που γίνεται τώρα με τα αυτοκίνητα είναι ακραίος εμπρησμός και καταστροφή!».
Κι αμέσως έσπευσε ο Πρόεδρος Τραμπ να πεί, και να προειδοποιήσει:
«Όποιοι προκαλούν δολιοφθορά στα αυτοκίνητα Tesla, κινδυνεύουν να πάνε στη φυλακή για τουλάχιστον 20 χρόνια. Τους προειδοποιώ: Σας ψάχνουμε και θα σας βρούμε».
ΥΓ: Τι ζούμε, Χριστέ μου!