Σούρουπο Καθαράς Δευτέρας. Κάπου σε μια γειτονιά ακούγεται το τραγούδι «Σταμάτησαν του ρολογιού οι δείχτες…». Δεν μπορεί να είναι από το σπίτι του διευθυντή τραπέζης γιατί αφενός αυτός δεν θα άκουγε ποτέ Γιάννη Πουλόπουλο και αφετέρου δεν θα επέτρεπε να σταματήσουν οι δείχτες του ρολογιού. Time is money. Η μουσική δεν βγαίνει ούτε από τη μοντέρνα οικεία του μεγαλοδικηγόρου από μπετόν και αλεξίσφαιρα τζάμια κι ας λέει ο Πουλόπουλος μες στην κλάψα του πως «Μια φορά μονάχα φτάνει να ραγίσει το γυαλί». Σήμερα έφεραν ψήστη στην αυλή τους για να τους ετοιμάσει τα σαρακοστιανά εδέσματα, χταπόδια, σουπιές, γαρίδες, καλαμάρια. Κι ένα κλόουν για να διασκεδάζει τα παιδιά τους την ώρα που αυτοί θα έπιναν σαμπάνια και ουίσκι. Το αλκοόλ θεωρείται νηστήσιμο.
Ο εισαγγελέας από την άλλη πήγε με την παρέα του σε πεντάστερο ξενοδοχείο για να κόψουν την μούττη, εκεί που κόφκουν κκελλέ. Τι κι αν χρεώνουν €100 το άτομο για το Σαρακοστιανό τραπέζι. Το κόστος γι’ αυτούς και τις παρέες τους δεν μετράει. Εκεί, άλλωστε συχνάζουν όλοι τους Χριστούγεννα, Πάσχα, Απόκριες. Εκεί μαζεύονται και τις Κυριακές αφού πρώτα λειτουργηθούν στην κυριλέ εκκλησία στην οποία η λειτουργία αρχίζει την ώρα που στους υπόλοιπους ναούς έχουν ήδη βγει και οι πιστοί επιστρέφουν στο σπίτι με τα κόλλυβα και το αντίδωρο στο χέρι. Εξυπακούεται πως οι χαϊκλασάτοι, λόγω της έντονης κοινωνικής τους ζωής και δράσης, ξενυχτούν τα Σαββατόβραδα οπότε και θέλουν τη λειτουργία κομμένη-ραμμένη στα μέτρα τους.
Το προαύλιο μετατρέπεται σ’ ένα εντυπωσιακό show-room από πανάκριβα και αστραφτερά οχήματα. Καταφθάνουν οι κυρίες με τις επίσης πανάκριβες σινιέ τους τσάντες, το μαλλί στην τρίχα, το σοφιστικέ τους ντύσιμο. Μα κι οι άντρες κομψότατοι κι αυτοί με τα πουκάμισά τους με σήματα από κροκόδειλους τζαι αππαρούδκια. Ευλογημένοι και πλήρεις στο τέλος της λειτουργίας, ξαναμπαίνουν στα αμάξια τους και μαζεύονται σε ένα πεντάστερο για brunch. Σήμερα Καθαρά Δευτέρα, το ξενοδοχείο μέσα στο Σαρακοστιανό του πρόγραμμα διαφήμιζε πέταγμα χαρταετού για τα παιδιά, που πέτασε ο αλλοδαπός υπάλληλος.
Τη νύχτα στις ειδήσεις των 8.00 μ.μ. οι ανταποκριτές των διαφόρων καναλιών δείχνουν για μια ώρα συνεντεύξεις ανθρώπων που βγήκαν σε αγρούς για να κόψουν την μούττη. Υπάρχουν ακόμη αυτοί που απλώνουν κουβέρτα στην πρασινοκίτρινη χλόη και γιορτάζουν παραδοσιακά με ταραμάδες, ταχίνι, χόρτα και ελιές. Οι πλείστοι όμως πάνε κουβαλητοί με φουκούδες, ψήνοντας θαλασσινά και μαλάκια, ένα λουκούλλειο βασιλικό γεύμα ακόμη και τη μέρα που υποτίθεται πως αρχίζουν οι νηστείες, οι στερήσεις και η περισυλλογή. Άλλοι πάλι συρρέουν σε ψαροταβέρνες όπου και γίνεται το αδιαχώρητο.
Τις επόμενες μέρες τα υποκατάστατα του κρέατος δίνουν και παίρνουν, κεφτεδάκια και μπιφτεκάκια από σόγια, μην στερηθούμε τη γεύση κρέατος. Σοκολατίνες νηστήσιμες και κρεμώδη γλυκά από γάλα καρύδας ή αμυγδάλου. Οι νηστεύοντες ενώ δεν στερούνται τίποτα, κάνουν κήρυγμα ή ακόμη και επίθεση στους αμαρτωλούς που τολμούν να πουν πως δεν νηστεύουν.
Κατά τους πατέρες της εκκλησίας, ακάθαρτο δεν είναι αυτό που μπαίνει στο στόμα κατά τη διάρκεια της νηστείας. Εγκράτεια δεν είναι η αποχή από το λάδι, αλλά από τα λόγια, τους ψίθυρους, τις μνησικακίες που βγαίνουν από το στόμα μας. Ας κρατήσουμε την καρδιά μας καθαρή και να σταματήσουμε να διαφημίζουμε τη σαρανταήμερη νηστεία- θυσία μας.
Η μουσική του Γιάννη Πουλόπουλου αντηχεί ακόμη στον δρόμο ενώ βράδιασε και επιστρέφω από τη βόλτα με το σκυλί μου. Είναι από το σπίτι του κυρίου Αντρέα, οδηγός φορτηγού. Το φορτώνει κάθε πρωί με πέτρες, κάνει αργές βαριές διαδρομές μέχρι να ξεφορτώσει. Επιστρέφει, το ξαναγεμίζει για να κάνει και πάλι την ίδια διαδρομή, πολλές φορές την ίδια μέρα, κάθε μέρα της ζωής του. Τι μπορεί να κάνει τον Σίσυφο ευτυχισμένο σ’ αυτές τις μονότονες διαδρομές διερωτάται κι ο Albert Camus στο ομώνυμο βιβλίο του;
Πέρα από τη στωικότητα και την υπομονή του κάθε ανθρώπου που εκτελεί μια εργασία που φαντάζει παράλογη, είναι η αγάπη του για τη ζωή και για τους άλλους. Η χαρά που σε μια διαδρομή του ακούει τον «Δρόμο» με τραγούδια του Γιάννη Πουλόπουλου και στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου. Οι συναναστροφές και οι χαρές που θα μοιραστεί στη βεράντα του με οικεία πρόσωπα, μια μέρα αργίας, όπως αυτή την Καθαρά Δευτέρα που έβγαλαν τα ούζα τους και τα παιδιά του έπιασαν κιθάρες και μαντολίνα και τραγουδούν όλοι μαζί:
«Θα πάρω δώδεκα παιδιά /Δώδεκα παιδιά δώδεκα μαντολίνα
Να τα πληρώνω μάτια μου / Μάτια μου για σένα με το μήνα
Τα έξι κάθε πρωινό / Να σε γλυκοξυπνάνε
Και τ’ άλλα κάθε δειλινό / Από τη γη ως τον ουρανό
Σεργιάνι να σε πάνε…!»
Σημείωση: Το παρόν αποτελεί προϊόν μυθοπλασίας. Τα πρόσωπα, τα ονόματα και οι καταστάσεις είναι φανταστικά και οποιαδήποτε ομοιότητα είναι συμπτωματική και δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.
dena.toumazi@gmail.com