Ένα βήμα προς τα εμπρός ή ένα βήμα μετέωρο; Το ερώτημα νομίζω ότι συρρικνώνει όλη την ουσία των προβληματισμών σχετικά με τα αποτελέσματα της διάσκεψης της Γενεύης για το κυπριακό.

Θα ξεκινήσω με τα θετικά, μάλλον με το θετικό, διότι είναι μόνο ένα: ξεκίνησε μια νέα προσπάθεια, ύστερα από στασιμότητα 8 ετών. Το κύριο όμως ερώτημα, παραμένει: θα έχει συνέχεια η προσπάθεια; Απάντηση, δυστυχώς, δεν υπάρχει. Και δυστυχέστερο είναι ότι μάλλον το περιβάλλον παραπέμπει σε αρνητική εξέλιξη παρά σε θετική.

Εκ των πραγμάτων αποδεικνύεται ότι οι εξελίξεις της Τρίτης ήταν προδιαγραμμένες. Ανακοινώθηκε συμφωνία για πράγματα που δεν έχουν να κάνουν με τις πάγιες θέσεις των δύο μερών στο κυπριακό. Απλώς δόθηκε μια τεχνητή ανάσα ως παρακάτω. Αν και ότι παραπέμπει σε πρόοδο είναι θετικό, τα τέσσερα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης που ανακοινώθηκαν, σύσταση επιτροπής νεολαίας, σύσταση επιτροπής κλιματικής αλλαγής, συντήρηση κοιμητηρίων και εγκατάσταση φωτοβολταϊκών στη νεκρή ζώνη, ούτε θα οικοδομήσουν εμπιστοσύνη σε χρόνο ρεκόρ και ούτε θα δημιουργήσουν περιβάλλον που θα μπορούσε να αλλάξει την κατάσταση και να οδηγήσει σε επίλυση του κυπριακού. Δυστυχώς. Εξ ου και το μέτρο της διάνοιξης νέων οδοφραγμάτων δεν προχώρησε καθώς αγγίζει τη νέα βασική τουρκική επιδίωξη για κρατική οντότητα στα κατεχόμενα και αναγνώριση της κυριαρχίας της.

Σε ό,τι αφορά τον διορισμό προσωπικού Απεσταλμένου του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, αν δεν αλλάξει κάτι δραματικά, απλώς θα επιβεβαιώσει ξανά τη μεγάλη διαφορά θέσεων μεταξύ των δύο μερών.

Γιατί τώρα η νέα προσπάθεια;

Το ερώτημα επομένως είναι γιατί τώρα αυτή νέα προσπάθεια και γιατί το ενδιαφέρον του Γενικού Γραμματέα όταν, όχι και πολύ μακριά από σήμερα, παρέπεμπε σε πλήρη αδιέξοδο; Εννοείται ότι την απάντηση μόνο ο κ. Γκουτέρες μπορεί να δώσει. Ωστόσο υποθέσεις μπορούν να γίνουν.

● Αν ανατρέξουμε στο παρελθόν, όταν το 2004 ολοκληρώθηκε μια μεγάλη προσπάθεια από τη διεθνή κοινότητα για το κυπριακό με το Σχέδιο Ανάν, υπήρχαν τότε δύο σημαντικά πράγματα: η διεύρυνση της ΕΕ και η επικείμενη ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση και η αμφίδρομη επιθυμία ΕΕ και Άγκυρας για ενίσχυση των σχέσεων τους και το σχεδιασμό μιας διαδρομής που στο τέλος θα οδηγούσε, ίσως και σε ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ. Η Δύση τότε λόγω της ανόδου των ακραίων ισλαμιστικών στοιχείων σε πολλές χώρες με έντονο μουσουλμανικό χαρακτήρα, έβλεπε την Τουρκία ως μια χώρα – γέφυρα και ως μια χώρα – πρότυπο, η οποία θα αποτελούσε παράδειγμα μουσουλμανικής δημοκρατικής χώρας για τις υπόλοιπες της περιοχής. Και πάνω απ’ όλα δε θα ήθελε σε καμία περίπτωση να δει μια Τουρκία να ολισθαίνει προς τον ακραίο ισλαμισμό.

Τότε για λόγους, που δεν είναι του παρόντος, οι συνομιλίες στο κυπριακό κατέληξαν σε ένα σχέδιο που απορρίφθηκε, εμείς κερδίσαμε την ένταξη στην ΕΕ, η ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκία δεν προχώρησε, πλην όμως μας έμεινε η κατοχή του 40% της Κύπρου.

● Το επόμενο επεισόδιο καταγράφθηκε το 2017 στο Κρανς Μοντανα, 13 χρόνια μετά το Σχέδιο Ανάν, όπου και πάλι την τελευταία στιγμή, η απέτυχε. Πριν την προσπάθεια του 2017 υπήρχε στο προσκήνιο η αξιοποίηση των φυσικών πόρων στην κυπριακή ΑΟΖ και την περιοχή. Η Δύση έβλεπε και βλέπει την αξιοποίηση αυτών των πόρων για όσο το δυνατό απεξάρτηση της Ευρώπης από το ρωσικό φυσικό αέριο, ενώ η Τουρκία προσδοκούσε να είναι βασικό μέρος αυτής της εκμετάλλευσης, κυρίως ως κόμβος μεταφοράς του προς την Ευρώπη. Η προσπάθεια στο Κρανς Μοντανά κατέρρευσε πριν διανυθεί το τελευταίο μίλι και η κατάσταση επί του πεδίου άλλαξε άρδην. Το φυσικό αέριο παρέμεινε και εξακολουθεί να παραμένει στο βυθό, πλην όμως η Τουρκία ανέπτυξε την ιδέα της λεγόμενης «Γαλάζιας Σημαίας» με αποτέλεσμα να διεκδικεί μεγάλο μέρος της οικονομικής ζώνης της Κύπρου, να παρεμποδίζει έρευνες στην κυπριακή ΑΟΖ και να βάζει στο κάδρο και άλλες χώρες όπως τη Λιβύη με το λεγόμενο τουρκολιβυκό μνημόνιο.

● Σήμερα, οχτώ χρόνια μετά το Κρανς Μοντανά, βρισκόμαστε ενώπιον μιας νέας προσπάθειας διότι και πάλι οι διεθνείς εξελίξεις και συγκυρίες δημιουργούν ένα περιβάλλον που θα μπορούσε να υποβοηθήσει τις προσπάθειες για επίλυση του κυπριακού. Στο κάδρο είναι ξανά τόσο το φυσικό αέριο της περιοχής, όσο και η σημασία της Τουρκίας ως μιας μεγάλης χώρας. Σε αυτό το σκηνικό επανέρχεται η σημασία της Τουρκίας για την Ευρώπη και της Ευρώπη για την Τουρκία. Η Τουρκία, για παράδειγμα, με μια πιο στενή σχέση με την ΕΕ, θα μπορούσε να είναι μέρος του μεγάλου έργου των αμυντικών δαπανών €800 δισ. που ανακοινώθηκε πρόσφατα, ένας βασικός κρίκος στην αλυσίδα μεταφοράς φυσικού αερίου από τη Μεσόγειο στην Ευρώπη και συμμετέχουσα χώρα στην ειρηνευτική δύναμη για την ασφάλεια της Ουκρανίας μετά την επίλυση του ουκρανικού. Προσθέστε στα πιο πάνω και τον ελληνοτουρκικό διάλογο για επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών. Με άλυτο όμως το κυπριακό δύσκολα θα επιτευχθούν όλα.

Κατάληξη

Επομένως, η νέα προσπάθεια για το κυπριακό δεν έχει έρθει από το πουθενά, ούτε ξεκρέμαστη από τις διεθνείς εξελίξεις. Σημασία έχει να αξιοποιηθεί αυτή η συγκυρία από την πλευρά μας με σοβαρότητα και μεθοδικότητα, χωρίς τάσεις «αυτοδικαίωσης» και επικοινωνιακές τακτικές. Και δυστυχώς, οι πρώτες δηλώσεις, κάθε άλλο παραπέμπουν σε αυτό. Και πολύ φοβούμαι ότι η επικέντρωση των πολιτικών μας θα αφορά τις εντυπώσεις και όχι την ουσία. Καθότι, εάν τους ενδιαφέρει η ουσία θα πρέπει, όλοι, μηδενός εξαιρουμένου κύριε Πρόεδρε Χριστοδουλίδη, να δεσμευτούν σε ένα εμπάργκο δηλώσεων για τους επόμενους μήνες και να εγκύψουν στην ουσία. Μακριά από σκοπιμότητες που είτε αφορούν τις επόμενες προεδρικές εκλογές ή τις επικείμενες βουλευτικές. Γι’ αυτά έχουμε χρόνο. Για το κυπριακό όμως, δυστυχώς, όχι καθώς εξαντλείται επικίνδυνα.

Δημοσιογράφος (panicoscharal.j@gmail.com)