Να πω πρώτα δυο λόγια για όσους δεν διάβασαν το χτεσινό μου κείμενο. Παραμονές του δημοψηφίσματος του 2004 έδωσαν μια συνέντευξη για το σχέδιο Ανάν και είπα όσα έγραφα και κάθε μέρα εναντίον του σχεδίου. Μου ζήτησαν τη συνέντευξη για ένα πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών, όπως και από άλλους δημοσιογράφους ως λεγόμενοι «διαμορφωτές της κοινής γνώμης».

Την περασμένη Κυριακή η «Σημερινή» δημοσίευσε κάποια ονόματα, ανάμεσά τους και το δικό μου, χωρίς να υπάρχει σαφής διαχωρισμός όσων έδωσαν συνεντεύξεις και είπαν απλώς τη γνώμη τους -δωρεάν φυσικά- και όσων πήραν κονδύλια για να στηρίξουν το σχέδιο Ανάν.

Έτσι ξεκίνησε η γνωστή ανθρωποφαγία του facebook, όπου παρέλαυνε και η αφεντιά μου στη βορά. Δεν συμμαζεύεται ασφαλώς κάτι τέτοιο. Όλο και κάποιοι θα μείνουν με την εντύπωση της ενοχής σου ό,τι και να κάνεις. Ήθελα, όμως, τουλάχιστον για όσους σκέφτονται να εξηγήσω τη θέση μου. Το έκανα χτες. Σήμερα σημειώνω περισσότερο την άποψή μου για αυτά τα κονδύλια.

Διερωτήθηκα και χθες πώς είχα και το θράσος να γράφω σε ανύποπτους καιρούς και να ζητώ κι εγώ εξηγήσεις από όσους χρηματοδοτήθηκαν για να προπαγανδίζουν εκείνο το σχέδιο, ενώ είκοσι χρόνια μετά είμαι κι εγώ «ύποπτος». Είναι και τραγελαφικό, αλλά είναι γεγονός. Έγραφα κι εγώ για όσους πήραν κονδύλια. Όχι τώρα, αλλά τότε. Στις 10/1/2006, για παράδειγμα, έγραφα σε αυτή τη στήλη για «την εγκληματική συμπεριφορά όσων έσπευσαν τότε να εισπράξουν δολάρια, με διάφορες δικαιολογίες και περίεργα πατριωτικά προγράμματα, για να προπαγανδίσουν την αμερικάνικη άποψη και να εξουδετερώσουν την ελεύθερη βούληση του κυπριακού λαού.

Η χρηματοδότηση οποιασδήποτε πολιτικής δραστηριότητας από ξένους είναι ούτως ή άλλως σκανδαλώδης. Αλλά, η χρηματοδότηση συνειδήσεων, η χρηματοδότηση της λογικής και της εθνικής ταυτότητας, είναι το έσχατο πολιτικό έγκλημα. Όταν προπάντων, αφορά την ιστορία και το μέλλον ολόκληρου λαού. Εννοείται ότι δεν μιλάμε για όσους πίστεψαν στο σχέδιο Ανάν και το στήριξαν, αλλά για όσους έστηναν εταιρείες και οργανώσεις από τη μια στιγμή στην άλλη (και δεν είναι λίγοι) και ζητούσαν να εισπράξουν χιλιάδες δολάρια, που ήταν διαθέσιμα σε όποιον έπειθε τους Αμερικανούς ότι θα μπορούσε να συμβάλει στην εξαπάτηση του κυπριακού λαού και να τον παρασύρει να υποστηρίξει μια διευθέτηση, που η λογική, το διεθνές δίκαιο και το αίσθημα αυτοσυντήρησης, απέρριπταν».

Την ίδια άποψη έχω και σήμερα, την ίδια είχα και το 2003 και το 2004. Στα ονόματα που δημοσιεύει η “Σημερινή” απουσιάζουν ηχηρά ονόματα που όντως χρηματοδοτήθηκαν για να συμβάλουν στην εκστρατεία υπέρ του «ναι». Ονόματα που βγήκαν κατά καιρούς στη φόρα χωρίς ποτέ να τεκμηριωθεί οτιδήποτε διότι, όπως είχε πει κάποτε ο Τάσσος Παπαδόπουλος αυτές οι δουλειές δεν γίνονται με αποδείξεις και με χαρτόσημα για να υπάρχει τεκμηρίωση.

Όμως σήμερα είναι και το δικό μου όνομα σε ένα ρεπορτάζ εφημερίδας που μιλά για «πακτωλό εκατομμυρίων» και για «πρόσωπα που έλαβαν τα κονδύλια». Κάποιοι σκέφτηκαν ότι κάτι δεν πάει καλά αφού ο Άριστος δεν ήταν ποτέ υπέρ του σχεδίου, και τους ευχαριστώ που μπήκαν στον κόπο να γράψουν κάτι για να προβληματίσουν.

Ελάχιστοι σκέφτονται ότι έδωσα μια συνέντευξη στην οποία είπα απλώς τη γνώμη μου για το σχέδιο. Άλλωστε κάθε μέρα έγραφα τις απόψεις μου, από πού ως πού να πληρωθώ για να τις επαναλάβω και σε μια συνέντευξη. Τι σημασία έχει τι θα πεις; Σημασία έχει ότι μια εφημερίδα σε έβαλε μαζί με άλλους στον «πακτωλό εκατομμυρίων». Κι αυτό στον σημερινό κόσμο μας είναι αρκετό, διαγράφει και πρόσωπα και ιστορικό, βλέπει μόνο με ποιον τρόπο θα γίνει ντόρος κι όποιον πάρει ο χάρος.

Αυτοί που τα πήραν δεν έχουν συνείδηση όποια δικαιολογία και να ξεστομίσουν. Όπως έγραφε το 1972 επί χούντας, όταν ξέσπασε τεράστιο πολιτικό ζήτημα για τις επιχορηγήσεις αμερικανικού ιδρύματος, η Λιλή Ζωγράφου: «Ούτε ένα ντύμα ντροπής δεν κρατήσαμε. Ούτε τις αναστολές των κοινών γυναικών δεν έχομε. Αυτές, τουλάχιστον, κρατήθηκαν μακριά από το επάγγελμα, επί ένα μήνα, όταν πρωτομπήκαν οι Γερμανοί στην Ελλάδα. Δεν είναι το ίδιο θα μου πείτε. Φτάνει πια το κρυφτούλι. Το ίδιο είναι». Το ίδιο ισχύει και για τους δικούς μας του 2004.

Αλλά αυτοί που σήμερα εξαπολύουν μύδρους χωρίς καμιά αναστολή, χωρίς δεύτερη σκέψη, χωρίς να τους αφορά η αλήθεια, έχουν συνείδηση; Όταν με τόση ευκολία στρέφονται κατά δικαίων και αδίκων, πού την έχουν τη συνείδηση;

Στην πυρά, στην πυρά… Αυτή είναι πλέον η συνείδηση μας.