«Με την ανοικτή συζήτηση της 24ης Φεβρουαρίου 2025, ενημερώσαμε το επιστημονικό και ευρύτερο κοινό, σχετικά με τις διαδικασίες ταυτοποίησης και διεκδίκησης των αρχαιοτήτων και έργων τέχνης της «Υπόθεσης Μονάχου», μου είπε η αρχαιολόγος-ιστορικός Κατερίνα Χατζηστυλλή, διευθύντρια του Ιδρύματος Universitas, πρώην ειδική εμπειρογνώμων στο Εφετείο Μονάχου και στο Εγκληματολογικό Τμήμα της Βαυαρικής Αστυνομίας. Αναφερόταν στη διάλεξη της περασμένης Δευτέρας στη Λευκωσία, με θέμα τον επαναπατρισμό κυπριακών αρχαιοτήτων και έργων τέχνης, που βρίσκονταν στην κατεχόμενη Κύπρο και κλάπηκαν, εξήχθησαν παράνομα, διακινήθηκαν και έτυχαν εμπορικής εκμετάλλευσης, με πλαίσιο την εγκληματική δράση του Τούρκου αρχαιοκάπηλου Aydin Dikmen (Αϊντίν Ντικμέν).
«Στόχος μας – πρόσθεσε – ήταν η λεπτομερής μελέτη των αρχαιοτήτων και έργων τέχνης (τα οποία ανάγονταν χρονολογικώς στην προϊστορική, βυζαντινή και μεταβυζαντινή περίοδο) και η ταυτοποίησή τους ως κυπριακά, η προσπάθεια εντοπισμού της ακριβούς προέλευσης τους από συγκεκριμένα μνημεία ή από ιστορικές, πολιτισμικές και γεωγραφικές περιοχές». Η ομιλήτρια ευχαρίστησε όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, όπως την Εκκλησία της Κύπρου, το Τμήμα Αρχαιοτήτων της Κυπριακής Δημοκρατίας, τη Γενική Εισαγγελία, τις Αστυνομικές και Τελωνειακές Αρχές, καθώς και δημάρχους, κοινοτάρχες και πρόσφυγες. Ευχαρίστησε επίσης τη Γερμανική πλευρά, τη Γενική Εισαγγελία, το Εφετείο Μονάχου και το Εγκληματολογικό Τμήμα της Βαυαρικής Αστυνομίας.
«Μεταβήκαμε – είπε – από το Μόναχο στην Κύπρο, αρκετές φορές, για επιτόπια έρευνα σε αρχεία του Τμήματος Αρχαιοτήτων, της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κύπρου, των διαφόρων Μητροπόλεων». Όμως, αν και υπήρξε εμπλοκή τόσων πολλών φορέων και ατόμων, η Κατερίνα Χατζηστυλλή επεσήμανε ότι «η Υπόθεση Μονάχου, ήταν μια μοναχική, επιστημονική διαδικασία για τους εμπειρογνώμονες, μακριά από τα ΜΜΕ». Μού ανέφερε χαρακτηριστικά ότι «παρά τα συχνά δημοσιεύματα που αφορούσαν αυτή τη δικαστική υπόθεση, παραμείναμε για περισσότερο από μια δεκαετία σιωπηροί, παρουσιάζοντας την Υπόθεση, μόνο όταν έκρινε αυτό σημαντικό, το Εφετείο Μονάχου και το Εγκληματολογικό Τμήμα της Βαυαρικής Αστυνομίας (συμμετοχή σε διεθνή συνέδρια ή συζήτηση με τον εκπρόσωπο Τύπου της Γερμανικής Αστυνομίας).
Πολλά δημοσιεύματα που ασχολούνταν με την Υπόθεση Μονάχου, περιείχαν ανακριβείς πληροφορίες ή παραπληροφορούσαν το κοινό». Και βέβαια, αυτός ο μοναχικός και σιωπηρός αγώνας των εμπειρογνωμόνων, που φαινόταν άνισος απέναντι στον όγκο της παραπληροφόρησης, απέδωσε τελικά καρπούς, γιατί είχε στη βάση του το πάθος για την αλήθεια και την ανεξάντλητη πίστη στο δίκαιο.