Η όλη ιστορία με τα οχήματα με τους προβληματικούς αερόσακους Takata είναι ενδεικτική του τρόπου με τον οποίο λειτουργούν κάποια πράγματα στην Κύπρο. Είναι χαρακτηριστικό μιας τραγικής και εκνευριστικής νοοτροπίας του «κρύψε να περάσουμε», του «άγια ολάν» και του «σικκιμε». Αφέλεια; Αδιαφορία; Ή έλλειψη ενσυναίσθησης;

Ο,τι και αν ισχύει και όποια και αν είναι η γενεσιουργός αιτία αυτής της συμπεριφοράς, η ουσία είναι το αποτέλεσμα. Στην συγκεκριμένη περίπτωση το αποτέλεσμα είναι μια κατάσταση χαοτική που έχει προκαλέσει αναστάτωση, ανησυχία σε δεκάδες χιλιάδες κόσμου και που προκαλεί μια γενικότερη οργή για το γεγονός ότι για ακόμα μια φορά, διαπιστώνεται η ανικανότητα του κράτους και των αρμοδίων αρχών, να προστατέψουν τους πολίτες αυτής της χώρας. Και δεν είναι μόνο θέμα πολιτικών είναι και θέμα των λειτουργών της κρατικής μηχανής που έχουν την ευθύνη να ενημερώνουν για τέτοια θέματα, αλλά και να φροντίζουν να βρίσκουν και τις λύσεις.

Το θέμα με τους αερόσακους Takata δεν είναι σημερινό και ούτε ήταν άγνωστο. Οι προβληματικοί αερόσακοι σε οχήματα ήταν ένα ζήτημα που απασχόλησε στο εξωτερικό διάφορες χώρες αρκετά χρόνια πριν. Στην Κύπρο όμως έγινε θέμα δυστυχώς μετά τον τραγικό θάνατο δύο νέων ανθρώπων και μετά από την επιμονή της τραγικής μάνας του ενός εκ των δυο παιδιών που έχασε τη ζωή του εξαιτίας του προβληματικού αερόσακου. Γιατί όμως έπρεπε να γίνει όλο αυτό; Γιατί έπρεπε να χάσουν τη ζωή τους κάποιοι άνθρωποι. Και ποιος ξέρει άραγε αν δεν υπήρχαν και άλλες τέτοιες περιπτώσεις;

Ας είναι έστω και αργά να γίνει κάτι. Το θέμα όμως είναι ότι ακόμα και τώρα που υπάρχει η βούληση για ανάκληση, ο τρόπος με τον οποίο υλοποιείται αυτή η απόφαση, καταδεικνύει για ακόμα μια φορά την ανεπάρκεια του κράτους μας.

«Μετά τη διαπίστωση σωρείας προβλημάτων λόγω της αποστολής μηνύματος από το Τμήμα Οδικών Μεταφορών στους 82.000 ιδιοκτήτες οχημάτων ενημερώνοντας τους για ανακλήσεις αερόσακων Takata, έχει ζητηθεί από όλους τους διανομείς να επικαιροποίησουν τα στοιχεία τους ώστε να αναθεωρηθεί ο σχετικός κατάλογος με στοιχεία μόνο όσων εκκρεμεί ανάκληση», έγραφε το σχετικό ρεπορτάζ του «Φ» χθες για το μπάχαλο, όπως το περιέγραφε που επικράτησε μετά την αποστολή των 82χιλιάδων μηνυμάτων σε ιδιοκτήτες οχημάτων.

Στην όλη ιστορία ασφαλώς υπάρχει και το κόστος που καλούνται να πληρώσουν οι ιδιοκτήτες αυτών των οχημάτων σε συγκεκριμένες εταιρείες.

Χρεώσεις που καλούνται, σύμφωνα με το ρεπορτάζ, να καταβάλλουν όσοι ιδιοκτήτες οχημάτων δεν αγόρασαν τα αυτοκίνητα από την αντιπροσωπεία, αλλά τα αγόρασαν μεταχειρισμένα. «Η εταιρεία που έχει και το μεγαλύτερο αριθμό οχημάτων προς ανάκληση χρεώνει ως διοικητικό κόστος το ποσό των €160, ενώ δεύτερη εταιρεία που επίσης έχει μεγάλο αριθμό οχημάτων να διαχειριστεί χρεώνει το ποσό των €120», αναφερόταν στο ρεπορτάζ.

Η Υπηρεσία Προστασίας Ανταγωνισμού διενήργησε αυτεπάγγελτη έρευνα μετά από καταγγελίες καταναλωτών για να διαπιστωθεί κατά πόσο προκύπτει παράβαση της νομοθεσίας από την πρακτική που ακολουθούν για χρέωση του διοικητικού κόστους και σύμφωνα με τις δηλώσεις του διευθυντή της Υπηρεσίας δεν τεκμηριώνεται παράβαση της κείμενης νομοθεσίας περί αθέμιτων πρακτικών και άρα δικαιούνται να χρεώνουν.

Το θέμα όμως δεν είναι απλά νομικό. Χιλιάδες άνθρωποι καλούνται να πληρώσουν ένα ποσό. Μπορεί φαινομενικά να μην είναι μεγάλο ποσό στο χρονικό διάστημα που έχουν στη διάθεση τους μέχρι την αλλαγή των αερόσακων τους, όμως δεν παύει για κάποιους να είναι σημαντικά και τα 160 ευρώ και τα 120 ευρώ που πρέπει να πληρώσουν. Αν τύχει και μια οικογένεια έχει περισσότερα από ένα αυτοκίνητα με προβληματικούς αερόσακους, το ποσό αυτό διπλασιάζεται ή τριπλασιάζεται. Είναι θέμα ασφάλεια ασφαλώς, όμως δεν ευθύνονται αυτοί γιατί αγόρασαν χωρίς να το γνωρίζουν, ένα αυτοκίνητο με προβληματικούς αερόσακους…