Η υπόθεση της Ποταμιάς και του νεκρού Πακιστανού, ίσως μείνει σαν ένα ακόμα άλυτο μυστήριο. Ή ακόμα κι αν λυθεί, ο καθένας θα πιστεύει διαφορετική εκδοχή. Με όσα έχουν προηγηθεί και όσα αντιφατικά συνεχίζουν να δημοσιοποιούνται, ήδη υπάρχουν πολλές εκδοχές για να επιλέξει κάποιος. Η μόνη αποδεκτή από όλους πραγματικότητα είναι ο νεκρός. Ένας άνθρωπος 24 χρόνων. Για άλλους διακινητής (άρα του άξιζε ο θάνατος λες και αποφασίσαμε να επαναφέρουμε τη θανατική καταδίκη ως έσχατη τιμωρία), για άλλους διακινούμενος, θύμα δηλαδή κάποιων που τον έπεισαν ότι μπορεί να τον μεταφέρουν σε μια γη επαγγελίας.
Ο νεκρός λοιπόν αποτελεί τη μόνη αποδεκτή από όλους πραγματικότητα. Αν ανατρέξουμε στον πολιτισμό μας, τον ελληνικό, για τον οποίο τόσο πολύ περηφανευόμαστε, θα μάθουμε πως στην αρχαιότητα σταµατούσαν πόλεµοι για να ενταφιάσουν τους νεκρούς. Κατά τον Τρωικό πόλεµο, ο Πρίαµος ζήτησε από τον Αχιλλέα το σώµα του γιου του για να το ενταφιάσει µε τιµές και ο Αχιλλέας σταμάτησε τον πόλεµο κατά τις µέρες της τελετής. Στην «Αντιγόνη», ο Σοφοκλής εξιστορεί την προσπάθεια της ομώνυμης ηρωίδας να θάψει τον νεκρό αδελφό της, παρά την αντίθεση του βασιλιά Κρέοντα. Με την ενέργεια αυτή η Αντιγόνη ήθελε να δείξει ότι η τιμή των νεκρών βρίσκεται πάνω από τους ανθρώπινους νόμους αλλά και του κράτους. Είναι ηθική υποχρέωση, υπερέχει απέναντι σε έριδες και νόμους και υπαγορεύεται από την ανθρώπινη συνείδηση αλλά και από την αντίληψη που έχει ο καθένας, όχι μόνο για τη ζωή, αλλά και για το θάνατο.
Στην περίπτωση του νεκρού Πακιστανού, για τον οποίο δεν γνωρίζουμε κανένα άλλο στοιχείο εκτός από την ηλικία του όπως αυτή αναγράφεται στο διαβατήριο που βρέθηκε στη σκηνή, το θέμα δεν είναι η απόδοση τιμών, αλλά ο τερματισμός της βεβήλωσης και του μίσους. Μπορεί κάποιοι ιερείς να μην βλέπουν τίποτα το κακό, γιατί δεν ήταν παρά ένας αλλόθρησκος ο οποίος και φαγητό να μας έδινε, ακόμα και πεινασμένοι να ήμασταν δεν θα έπρεπε να το δεχτούμε, κατά τον μητροπολίτη Πάφου, αλλά εκτός από το τι λένε οι ιερείς θα ήταν καλό να διδασκόμαστε και από την ιστορία και τον πολιτισμό μας. Σύμφωνα με τον πολιτισμό μας δεν θα στεκόμασταν ποτέ πάνω από ένα νεκρό και να τον φτύνουμε, να τον βρίζουμε, να πετάμε πέτρες. Αυτό γίνεται όμως μέσα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Αυτό κάνουμε χωρίς να το βλέπουμε έτσι. Ο άνθρωπος πέθανε, μόνος, σαν πληγωμένο ζώο σε ένα χωράφι. Και παραμένει, προφανώς άταφος, όχι απλά μέχρι να ολοκληρωθούν οι έρευνες, αλλά γιατί κανείς δεν θα τον ψάξει. Το μίσος περισσεύει.