Αυτά που συνέβησαν τη Δευτέρα το απόγευμα στο ΚΕΒΕ, στη συνεδρία του δ.σ. του Συνδέσμου Κατασκευαστών Σκυροδέματος και στη γενική του συνέλευση, προφανώς θα προβληματίσουν την ηγεσία του Επιμελητηρίου. Να προβληματίσουν, όμως, όλους στην αγορά εργασίας.
Διότι τα όσα λέχθηκαν, όσα αποφασίστηκαν, όσα συνέβησαν, δεν αφορούν μόνο το ΚΕΒΕ, ούτε μόνο τον Σύνδεσμο Κατασκευαστών Σκυροδέματος.
Χθες, μέσα από τις δηλώσεις που έγιναν, γνωστοποιήθηκε πως ο σύνδεσμος έχει τρεις δεκάδες μέλη, κάποια από τα οποία αναγνωρίζουν τον ρόλο των συντεχνιών στην εκπροσώπηση των εργοδοτουμένων τους και κάποια όχι. Κάποια προσλαμβάνουν οργανωμένους υπαλλήλους και κάποια όχι. Κάποια μέλη σέβονται τη συλλογική σύμβαση και κάποια όχι.
Αλλά αυτοί που δεν αναγνωρίζουν συλλογική σύμβαση εξανέστησαν τη Δευτέρα επειδή, όπως λένε, αν υπογραφόταν το μνημόνιο συμφωνίας θα υποχρεώνονταν να το εφαρμόσουν και οι ίδιοι. Κάτι που διέψευσαν οι συντεχνίες, διέψευσε ο υπουργός Εργασίας και διέψευσε, διακριτικά, ακόμα και ο πρόεδρος του ΚΕΒΕ. Ο οποίος στις δημόσιες παρεμβάσεις του οφείλουμε να πούμε πως κράτησε μια στάση συνδιαλλαγής, χωρίς τις αντεργατικές εξάρσεις κάποιων άλλων στο Επιμελητήριο.
Η συλλογική σύμβαση δεν είναι νόμος. Υπάρχουν νομίζω μια δυο εξαιρέσεις, αλλά η συγκεκριμένη σύμβαση δεν είναι υποχρέωση, έναντι νόμου, των εργοδοτών να την εφαρμόζουν. Και όπως δεν εφάρμοζαν τόσα χρόνια τη συλλογική σύμβαση στον κλάδο του σκυροδέματος, χωρίς δυστυχώς καμία συνέπεια, το ίδιο θα κάνουν και στο εξής. Ακόμα και αν υπέγραφαν το μνημόνιο, ακόμα και αν δεν το υπέγραφαν οι ίδιοι, αλλά -το υπέγραφε- μια υποθετική πλειοψηφία εντός του συνδέσμου.
Αυτό που φαινεται πως συμβαίνει, μέσα απ’ όσα είπαν δημόσια, είναι πως η πλειοψηφία -την οποία σχημάτισαν κυρίως οι μικρές εταιρείες του κλάδου- δεν ήθελε να υπογράψει το μνημόνιο συμφωνίας. Όχι γιατί δεν μπορεί να αντέξει το αυξημένο κόστος από τις αλλαγές. Εξαρχής δεν είχε αυτή η πλειοψηφία των μικρών πρόθεση να εφαρμόσει μια νέα συμφωνία, όπως δεν εφαρμόζει την παλιά.
Και διερωτάται κανείς, γιατί διεκδίκησαν όλοι αυτοί και είχαν λόγο -καθοριστικό μάλιστα- για μια συμφωνία που -κακώς- δεν τους αφορά; Μάλλον πολέμησαν τη συμφωνία γιατί ενδεχομένως θεώρησαν πως θα είχαν αυξημένη πίεση από το προσωπικό τους, το οποίο θα στερηθεί των αυξήσεων, αφού εργάζεται χωρίς τη ρύθμιση της σύμβασης.
Πολέμησαν τη συμφωνία, αλλά πολέμησαν κυρίως τον θεσμό των συλλογικών συμβάσεων. Όπως κάνει δυστυχώς η πλειοψηφία των εργοδοτών στην Κύπρο. Σε πολλές χώρες της ΕΕ είναι αλλιώς τα πράγματα, εξού και η Οδηγία για περισσότερες συλλογικές συμβάσεις, ίσως το πιο αποτελεσματικό όπλο κατά της εργασιακής φτώχειας.
Πώς γίνεται όμως ένας επαγγελματικός σύνδεσμος να στεγάζει και αυτούς που σέβονται τα εργασιακά θέσμια, την οργάνωση σε συντεχνίες, τις συλλογικές συμβάσεις, κλπ, αλλά και αυτούς που δεν θέλουν ρύθμιση των εργασιακών σχέσεων;
Πώς γίνεται ο σύνδεσμος να υπογράφει μια σύμβαση, εν γνώσει του πως κάποια μέλη του δεν θα τη σεβαστούν; Και να τα διατηρεί ως μέλη του. Και πώς ανέχονται οι εργοδότες που εφαρμόζουν τις συμβάσεις να συστεγάζονται στον ίδιο σύνδεσμο ή στο ίδιο Επιμελητήριο ή ομοσπονδία με αυτούς που δεν τις εφαρμόζουν, για να έχουν μειωμένο εργατικό κόστος, ανταγωνιζόμενοι, έτσι, αθέμιτα τους άλλους συνδεσμίτες συναδέλφους τους; Πώς γίνεται οι εργοδοτικοί σύνδεσμοι να συμμετέχουν σε μακρές διαπραγματεύσεις για να συνομολογηθεί ή να ανανεωθεί μια συλλογική σύμβαση, να κορδώνουν όταν οι προσπάθειες επιτυγχάνουν και να επαινούν τους κοινωνικούς εταίρους για την υπευθυνότητα τους, γνωρίζοντας πως το αποτέλεσμα των προσπαθειών τους και το απαύγασμα της υπευθυνότητας, η σύμβαση, θα πεταχθεί στον κάλαθο από πολλά μέλη τους; Γιατί διατηρούν τέτοια μέλη στις τάξεις τους;
Και γιατί αφού κοπιάζουν για τη συνομολόγηση συλλογικών συμβάσεων και χαίρονται όταν τα καταφέρουν, αντιδρούν όταν οι συντεχνίες -και το κράτος, λόγω της ευρωπαϊκής Οδηγίας- διεκδικούν αύξηση του ποσοστού των εργαζομένων που θα καλύπτονται από συμβάσεις; Δεν είναι καιρός να εξοβελιστεί από τις εργασιακές σχέσεις η υποκρισία; Αν μη τι άλλο.
ΥΓ: Κύριε υπουργέ Εργασίας, θα αναμένουμε να υλοποιηθεί αυτό που υποσχεθήκατε: Έρευνα και έλεγχος για τις υπερβολικές -και παράνομες- υπερωρίες.