Το αναμφισβήτητο γεγονός είναι ότι από την εισαγωγή του ΓεΣΥ και μετά τα δημόσια νοσηλευτήρια παρουσιάζουν μείωση ασθενών. Τόσο οι εξωτερικοί ασθενείς, όσο και οι εσωτερικοί μειώθηκαν δραστικά από το 2018 μέχρι το 2021 και συνέχισαν να μειώνονται με πιο μικρό ρυθμό, μέχρι και το 2023. Το 2024 δεν ξέρουμε ακόμα.

Την ίδια περίοδο οι δαπάνες παρουσιάζουν σημαντική αύξηση κυρίως λόγω συνεχούς αύξησης του κόστους μισθοδοσίας. Συνεχίστηκε η παροχή επιπρόσθετων επιδομάτων στο ιατρικό προσωπικό, χωρίς διασύνδεση με την παραγωγικότητα.

Δεν είναι δικά μας στοιχεία αυτά, είναι από έκθεση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, του περασμένου Σεπτέμβρη και αφορά τον έλεγχο του Οργανισμού Κρατικών Υπηρεσιών Υγείας. Στα Γενικά Συμπεράσματα η έκθεση σημείωνε ότι η απεξάρτηση του ΟΚΥπΥ από την κρατική στήριξη και την ομαλή μετάβαση σε συνθήκες πλήρους ανταγωνισμού την 1/6/2025 δεν προβλέπεται να πετύχει. Οι δαπάνες παρουσιάζουν σημαντική αύξηση λόγω συνεχούς αύξησης του κόστους μισθοδοσίας και ταυτόχρονα ο Οργανισμός χάνει συνεχώς μερίδιο από την αγορά.

Το ξέρω ότι είναι κουραστικά αυτά και δεν ενδιαφέρουν πολλούς αναγνώστες. Θα έπρεπε, όμως. Γιατί αφορούν την ποιότητα της ζωής μας και την ποιότητα της ιατρικής φροντίδας που μας προσφέρει το κράτος. Την ιατρική φροντίδα που πληρώνουμε ακριβά. Μας ενδιαφέρει και για ακόμα ένα λόγο: Το ΓεΣΥ, άνοιξε την αγορά και δημιούργησε συνθήκες ώστε να έρθουν στην Κύπρο ξένοι κολοσσοί της Υγείας. Ήδη μεγάλα ιδιωτικά νοσηλευτήρια (από αυτά που ξέραμε ότι τα δημιούργησαν ομάδες γιατρών οι οποίοι συστεγάστηκαν σε αυτά και ως γιατροί και ως μέτοχοι) έχουν εξαγοραστεί από ιδιωτική εταιρεία.

Αυτό δημιουργεί τεράστια ευθύνη στα κρατικά νοσηλευτήρια τα οποία οφείλουν να είναι ισχυρά και ανταγωνιστικά, παρέχοντας ποιοτικές υπηρεσίες ιατρικής, ώστε να έχουν οι Κύπριοι πολίτες εναλλακτική επιλογή για την υγεία τους. Αλλιώς θα εγκλωβιστούν στα χέρια επιχειρήσεων, που μπορεί να προσφέρουν ποιοτικές υπηρεσίες υγείας, αλλά πρώτιστο μέλημα είναι το κέρδος όχι ο πολίτης.

Σε προτεραιότητα τον πολίτη μόνο το κράτος μπορεί και οφείλει να τον θέτει. Αυτό αναδείχθηκε σε όλη την έκτασή του κατά την πανδημία του κορωνοϊού όπου τα κρατικά νοσηλευτήρια σήκωσαν το τεράστιο βάρος, μαζί με τους γιατρούς, τους νοσηλευτές, τη διοίκηση και το υπόλοιπο προσωπικό τους.

Όμως είναι επίσης γεγονός ότι το κράτος παρέδωσε τη διοίκηση των νοσοκομείων στον ΟΚΥπΥ γιατί έτσι επέβαλλε η πολιτική απόφαση για αυτονόμηση και για δημιουργία συνθηκών ανταγωνισμού στο πλαίσιο του ΓεΣΥ. Στόχος να έχουν οικονομική ανεξαρτησία και να μην χρειάζονται τα εκατομμύρια της κρατικής στήριξης. Αλλά, η δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία στο προσωπικό των νοσοκομείων παρέμεινε η ίδια. Και το αποτέλεσμα είναι αυτό που καταγράφει η Ελεγκτική Υπηρεσία: Ενώ ο ΟΚΥπΥ (δηλαδή, τα κρατικά νοσοκομεία) χάνει συνεχώς μερίδιο από την αγορά, οι δαπάνες παρουσιάζουν σημαντική αύξηση λόγω συνεχούς αύξησης του κόστους μισθοδοσίας.

Αυτό μόνο σε κρατικούς οργανισμούς μπορεί να συμβαίνει. Όπου, για παράδειγμα, ένας βοηθός διευθυντής κλινικής με ετήσιο μισθό (από το δημόσιο) €76.379, έλαβε το 2022 επιπρόσθετα επιδόματα και υπερωρίες ύψους €230.099. Δηλαδή, συνολικές απολαβές €307.378. Ένας διευθυντής κλινικής με ετήσιο μισθό €91.566, έλαβε σε υπερωρίες και επιδόματα €205.932. Ένας ιατρικός λειτουργός πρώτης τάξης με ετήσιο μισθό €68.156 έλαβε επιπλέον υπερωρίες και επιδόματα ύψους €170.064. Άλλος ιατρικός λειτουργός με ετήσιο εισόδημα €53.746, έλαβε υπερωρίες και επιδόματα ύψους €125.565. Άλλος ιατρικός λειτουργός με ετήσιο εισόδημα €59.173, έλαβε σε υπερωρίες και επιδόματα €196.190.

Τα παραδείγματα είναι από την έκθεση της Ελεγκτικής. Στα ποσά περιλαμβάνονται και τα οικονομικά κίνητρα των γιατρών για τις υπηρεσίες που προσφέρουν στο πλαίσιο του ΓεΣΥ. Αυτά τα κίνητρα είναι ο λόγος της 48ωρης απεργίας στα νοσοκομεία. Από τη στιγμή, όμως, που μειώνεται το μερίδιο τους στην αγορά, πώς γίνεται να παρακολουθούμε την ασταμάτητη απαίτηση για περισσότερες δαπάνες σε μισθούς και επιδόματα; Δεν θα έπρεπε αυτά να συνδέονται με την παραγωγικότητα και την ποιότητα των υπηρεσιών; Τι στο καλό, θα συνεχίσει επ΄ άπειρον να πληρώνει ο φορολογούμενος τα εκατομμύρια των μισθών και των επιδομάτων στα κρατικά νοσηλευτήρια αλλά όταν έχει πρόβλημα υγείας θα τρέχει στα ιδιωτικά;