Είναι ηθικά ορθό να έχουν χρήματα οι φιλόσοφοι; Ήδη από την έναρξη της φιλοσοφικής σκέψης τον 6ο π.Χ. αιώνα, το ερώτημα για την ευμάρεια των φιλοσόφων τίθεται στο στόχαστρο του κόσμου -που τους παρακολουθεί με απορία. Ο Θαλής, ο πρώτος φιλόσοφος κατά τον Αριστοτέλη, χλευάστηκε από τους συντοπίτες του για τη φτώχεια του, επειδή ασχολούνταν με τη φιλοσοφία, η οποία χαρακτηρίζεται «βλαβερή» καθώς δεν επέφερε χρήματα. Αλλά ο Θαλής, συνεχίζει ο Αριστοτέλης, με μία επιχειρηματική κίνηση βασισμένη στην πρόγνωση του καιρού, κατάφερε να αποκομίσει μεγάλο χρηματικό ποσό, αποδεικνύοντας στους Μιλήσιους ότι «οι φιλόσοφοι είναι εύκολο να πλουτίσουν αν θέλουν, αλλά δεν είναι αυτό το αντικείμενο της μελέτης τους».
Οι φιλόσοφοι θα συνεχίσουν να αδιαφορούν για τα χρήματα και να μεριμνούν για την αναζήτηση της αλήθειας. Η φιλοσοφία χρειάζεται «σχολή», ελεύθερο χρόνο, αλλά ο ελεύθερος χρόνος δεν αμείβεται. Επομένως, είναι λογικό να αγαπήσουν τη σοφία άνθρωποι που έχουν λύσει το βιοποριστικό τους πρόβλημα. Δεν είναι όμως λίγοι και εκείνοι που απορρίπτουν εντελώς τα υλικά αγαθά ως μη αναγκαία για τη ζωή εν γένει. Ο Ηράκλειτος, όχι μόνο απαρνήθηκε τους ανθρώπους πηγαίνοντας να ζήσει μόνος του, αλλά και όταν ο βασιλιάς Δαρείος του υποσχέθηκε μια ζωή στο παλάτι του ώστε να του εξηγήσει τη (σκοτεινή) θεωρία του και να συνδιαλέγονται φιλοσοφικά -«γιατί οι Έλληνες παραμελούν τα διδάγματα των σοφών ανθρώπων»- εκείνος αρνήθηκε με τη δικαιολογία ότι:
«Όσοι επιζητούν επίγεια αγαθά απέχουν από την αλήθεια και τη δικαιοσύνη, γιατί προσκολλώνται στην απληστία και στην ακόρεστη φιλοδοξία εξαιτίας της αφροσύνης και κακίας τους. Εγώ όμως λησμονώ κάθε κακία αποφεύγοντας την πληρότητα που δημιουργεί με τη σειρά της φθόνο και, εξαιτίας της περιρρέουσας αλαζονείας, δεν θα έρθω στη χώρα των Περσών, αρκούμενος στα λίγα, σύμφωνα με τη γνώμη μου» Διογένης Λαέρτιος, Βίοι φιλοσόφων 9.14
Η ηρακλείτεια απάντηση -αν και η επιστολή θεωρείται νόθη- έρχεται σε συμφωνία με την άποψη που θέλει τους φιλοσόφους αφοσιωμένους στο έργο τους, ενώ αρχίζει να σχηματίζει το πλαίσιο ενός φιλοσοφικού βίου, απαλλαγμένου από την έγνοια για τα ανθρώπινα και φθαρτά, που θα κορυφωθεί με τον Σωκράτη και τους Κυνικούς φιλοσόφους. Έτσι, τον 4ο π.Χ. αιώνα, δεν είναι λίγοι οι φιλόσοφοι που θα αρνηθούν, θα παρατήσουν, ακόμη και θα δωρίσουν την περιουσία τους προκειμένου να αισθανθούν ελεύθεροι και απαλλαγμένοι από το βάρος των θνητών υποθέσεων. Οι ιστορίες δίνουν και παίρνουν. Ο Κυνικός Κράτης θα πετάξει την περιουσία του (ένα φορτίο χρυσού) στη θάλασσα, αναφωνώντας: «Θα σε πνίξω, προτού με πνίξεις εσύ» (Hieronymus, Adversus Jovinianum II, 9), ενώ ο Διογένης θα διατάξει τον Μέγα Αλέξανδρο να παραμερίσει για να μην του κρύβει τον ήλιο, οδηγώντας τον εν τέλει να παραδεχτεί: «Αν δεν ήμουν ο Αλέξανδρος, θα ήθελα να είμαι ο Διογένης».
Ο πλούτος, στα μάτια των φιλοσόφων, φαίνεται να εναντιώνεται στην ευτυχία αντί να είναι αρωγός της. Γιατί όμως; Δεν μπορούν να ελέγξουν οι ίδιοι οι φιλόσοφοι τη χρήση του; Ο Δημόκριτος, αν δεχτούμε τις πληροφορίες που παραθέτει ο Λαέρτιος (9, 35-36), ζήτησε ο ίδιος τον διαμοιρασμό της (τεράστιας) πατρικής περιουσίας από τους δύο αδελφούς του, για να πραγματοποιήσει τα ταξίδια του, όπως και έκανε (αν και τελικά δεν του ήταν αρκετά). Είναι αλήθεια ότι τα χρήματα αποβαίνουν αναγκαία σε όποιον θέλει να εντρυφήσει στην επιστήμη και όχι να ζήσει απλώς έναν φιλοσοφικό βίο συζητώντας με τους άλλους για το ευ ζην.
Στον Σωκράτη όμως δεν αρέσουν τα ταξίδια. Προτιμάει να ζει στην Αθήνα, όπου την ίδια εποχή διδάσκει στον δρόμο χωρίς να δέχεται χρήματα -χαράσσοντας, έτσι, μία τομή με την «επί χρήμασι» διδασκαλία των Σοφιστών.
Ο Αριστοτέλης θα γίνει ο πρώτος φιλόσοφος που εισάγει στην ηθική του τα «εκτός αγαθά» που περιλαμβάνουν τον πλούτο. Στη θεωρία της ευδαιμονίας, διακρίνει τη γενναιοδωρία, την αρετή του πλούτου ως το μέσον, μεταξύ της «ασωτίας», δηλαδή της σπατάλης, και της «ανελευθερίας», της φιλαργυρίας: «Ο γενναιόδωρος άνθρωπος θα δώσει για χάρη του καλού και ορθά» (Ηθικά Νικομάχεια 1120a).
Αν δεν μπορεί ένας φιλόσοφος να διαχειριστεί σοφά μια περιουσία, τότε ποιος μπορεί; Αυτό θα αποτελέσει και το ισχυρότερο επιχείρημα του Σενέκα, ο οποίος ως Στωικός, μεταβάλλει τη θέση του «πλούτου» στον βίο. Από αδιάφορο μετατρέπεται σε προτιμητέο αγαθό.
Ποιος θα επέλεγε τη φτώχεια όταν μπορεί να είναι πλούσιος;
*Η Δρ Έλσα Νικολαΐδου είναι συγγραφέας του βιβλίου Φιλοσοφία για όλους (Γιατί να διαβάζουμε τους αρχαίους φιλοσόφους;) Μεταίχμιο, 2022