Σε μια χώρα όπου η αντιγραφή είναι συνυφασμένη με την καθημερινότητα δεν θα έπρεπε να αποτελεί έκπληξη ακόμα και σε ζητήματα που την αφορούν την ίδια η ανάγνωση και η προσέγγιση να είναι σύμφωνα με το πως είδαν κάποιοι άλλοι. Χωρίς έστω και προς στιγμή να προβληματιστούμε ότι αυτοί οι κάποιοι άλλοι μπορεί να προσεγγίζουν ή να σχολιάζουν ένα θέμα σύμφωνα με τα δικά τους συμφέροντα και από την οπτική γωνία που το βλέπουν.

Από αυτό που κανόνα (που λειτουργεί στο πρότυπο του αντιγράφω/κολλώ – copy/paste) δεν ξέφυγαν ούτε και οι «αναλύσεις» κι άλλες τοποθετήσεις που έχουν γίνει γύρω από τις εκλογές στην Αμερική και την επάνοδο του Ντόναλντ Τραμπ. Όπως και σε άλλα παρόμοια διεθνή γεγονότα προσεγγίζουν οι πλείστοι το όλο θέμα μέσα από την οπτική γωνία που το προσέγγισαν κάποιοι δημοσιογράφοι στη Βρετανία, ή μια εφημερίδα στις ΗΠΑ ή ένας αναλυτής στη Γερμανία. Όμως, ο δημοσιογράφος στη Βρετανία το βλέπει ως προς τι δική του βρετανική οπτική γωνία, ο Αμερικανός σύμφωνα την κατάσταση πραγμάτων εντός των ΗΠΑ και ο Γερμανός υπό το πρίσμα και του ΝΑΤΟ.

Εάν ο Γερμανός εκφράζει ανησυχία για ενδεχόμενη αποχώρηση των ΗΠΑ από το ΝΑΤΟ, προκύπτει το ερώτημα: Γιατί πρέπει να υπάρχει ανησυχία και από τους Κύπριους; Πως θα επηρεαστεί άραγε η Κύπρος από αυτή την εξέλιξη; Δεν νομίζω να μπορεί κάποιος να έχει μια γρήγορη απάντηση σ’ αυτό, εκτός βεβαίως εάν αντιγράψει τι λέγεται και τι γράφεται σε πολλά μέσα ενημέρωσης στην Ευρώπη. Μήπως το ΝΑΤΟ παρέχει προστασία στην Κύπρο και δεν ξέραμε; Ή μήπως θα εισβάλει η Ρωσία στο νησί και χρειάζεται η Κύπρος την στήριξη της συμμαχίας;

Η κριτική για τον Ντόναλντ Τραμπ που ακούμε και διαβάζουμε κι εδώ στην Κύπρο δεν γίνεται σύμφωνα με το πόσο πραγματικά επηρεάζονται οι Κύπριοι – θετικά ή αρνητικά – αλλά στη βάση του τι έχει γραφεί ή λεχθεί κάπου αλλού. Ποιο είναι αλήθεια εκείνο το οποίο μπορεί να χειροτερέψει τα πράγματα για την Κύπρο ένεκα της επιστροφής του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο; Κάποιοι το συνδέουν με τις αναταράξεις στην παγκόσμια οικονομία. Ίσως θα πρέπει να ξαναδούμε λίγο το ημερολόγιο μας ως προς το τι επιπτώσεις είχε η κυπριακή από την παγκόσμια οικονομία.

Αν έρθουμε εγγύτερα στην περιοχή μας, ίσως θα πρέπει να ξαναδούμε με προσοχή μια σειρά από γεγονότα και σε ποιο βαθμό υπήρξαν αρνητικές επιπτώσεις για το νησί. Είναι κοινά αποδεκτό ότι η Κύπρος είχε όφελος από την πολύ καλή σχέση του Ντόναλντ Τραμπ με τον Βενιαμίν Νετανιάχου. Κάποιοι όμως το βλέπουν ως αρνητική εξέλιξη. Εμείς πάλι όχι, γιατί ήταν απαρχή μιας νέας τάξης πραγμάτων (στις σχέσεις ΗΠΑ-ΚΔ) η οποία σταδιακά έφτασε στο σημείο που βρίσκεται σήμερα. Όταν έφυγε πριν τέσσερα χρόνια ο ακραίος Τραμπ και ήρθε ο Μπάιντεν υπήρξαν εκείνοι που χαιρεκακούσαν πως οι τότε επιλογές της Λευκωσίας στην εξωτερική πολιτική θα εξανεμίζονταν στον αέρα καθώς ήταν – όπως έλεγαν – κτισμένες στην άμμο.

Κι όμως στην διάρκεια της διακυβέρνησης του υπερήλικα Μπάιντεν οι σχέσεις των δύο χωρών όχι μόνο δεν εξανεμίστηκαν στους πέντε ανέμους, όχι μόνο η Ουάσιγκτον δεν λειτούργησε εκδικητικά προς τη Λευκωσία γιατί τα είχε καλά με τον Νετανιάχου, αλλά στην πορεία τα πράγματα έγιναν ακόμα καλύτερα. Ο υπερήλικας Μπάιντεν κάλεσε τον Πρόεδρο της Κύπρου στο Λευκό Οίκο. Και οι ίδιες πάλι αντιδράσεις με κάποιους να υποδεικνύουν μετά επιτάσεως ότι αυτό θα ερμηνευθεί ως παρέμβαση στα εσωτερικά των ΗΠΑ, ενώ προβλέπονταν και αρνητικές/εκδικητικές αντιδράσεις από την πλευρά Τραμπ μόλις μάθαινε ότι ο Χριστοδουλίδης είδε τον Μπάιντεν. Βεβαίως όταν γράφονταν από διάφορους όλα αυτά τα «βαθυστόχαστα» στον Λόφο βρισκόταν ένας εκ των συνεργατών του Τραμπ ο οποίος θέλησε να συζητήσει με τον Χριστοδουλίδη το πως συνεχίζεται η συνεργασία των δύο χωρών μετεκλογικά.

Μεταξύ του ακραίου Τραμπ, του υπερήλικα Μπάιντεν και μετά ξανά του ακραίου Τραμπ είμαστε και εμείς κάπου στο μέσο. Και καλό θα ήταν να δούμε τα πράγματα μέσα από τη δική μας οπτική γωνία, όπως επιβάλλει το συμφέρον της Κύπρου και όχι κάποιου άλλου.