Το πρωί της Τετάρτης (όταν όλοι περίμεναν την τυπική επιβεβαίωση της επικράτησης Τραμπ) οι συζητήσεις στα πάνελ των αμερικανικών καναλιών επικεντρώνονται στη συμπεριφορά του εκλογικού σώματος και τι ήταν εκείνο που έκρινε το αποτέλεσμα. Σε μια τέτοια συζήτηση στο CBS ένας εκ των συζητητών υπέδειξε το αυτονόητο, ως προς τι πραγματικά συνέβη και τι δεν είχαν προσέξει τα μέσα ενημέρωσης το προηγούμενο διάστημα.
Υπέδειξε πως «ο αλγόριθμος των πολιτών δεν είναι ο ίδιος με των δημοσιογράφων». Αυτό που καθορίζει, ή επηρεάζει τις τάσεις των ψηφοφόρων διαφέρει σε πολλά σημεία από εκείνα των δημοσιογράφων, των πολιτικών και πολλών άλλων ομάδων. Πολλές φορές μέσα από τον ενθουσιασμό ορισμένων γι’ αυτό που πιστεύουν οι ίδιοι, ή αυτό που οι ίδιοι θεωρούν ως το σωστό, λειτουργεί αποτρεπτικά στο να κοιτάξει ευρύτερα τι γίνεται μέσα στην κοινωνία και τους απλούς ψηφοφόρους.
Τα μέσα ενημέρωσης στην Αμερική, και όχι μόνο, για πολλούς και διάφορους λόγους ήθελαν να δουν την Κάμαλα Χάρις να κερδίζει (που εν τέλει αν έμενε ο Μπάιντεν πάλι την ίδια τάση θα είχαν) και για τους ίδιους ακριβώς λόγους δεν ήθελαν τον Τραμπ επιτυγχάνει το στόχο του. Λόγω ακριβώς αυτής της προσέγγισης δεν μπορούσαν ή ενδεχομένως και να μην ήθελαν να δουν τι γινόταν στον πραγματικό κόσμο, στις μάζες των ψηφοφόρων.
Σε μια άλλη συζήτηση ένας εκ των αναλυτών σημείωσε κάτι που και πάλι δεν θα έπρεπε να αποτελεί για κανένα έκπληξη, αλλά και που πάλι κάθε φορά όλοι το ξεχνούν και εκπλήττονται μετά από ένα εκλογικό αποτέλεσμα. Σημείωσε πως το αποτέλεσμα, λίγο ή πολύ, κρίθηκε από το πως τοποθετήθηκε η μεσαία τάξη στην Αμερική. Μια μεσαία τάξη που πίστεψε περισσότερο στις υποσχέσεις ενός δεξιού (ή και κάτι παραπάνω) πολυεκατομμυριούχου υποψήφιου, παρά τις θέσεις μιας υποψήφιας η οποία μπορεί να ήταν πιο κοντά τους.
Η μεσαία τάξη, λοιπόν, είναι εκείνη που θα καθόρισε το αποτέλεσμα των προεδρικών εκλογών στην Αμερική. Γιατί;
Επειδή πολλά απ’ αυτά που επηρεάζουν την καθημερινότητα και το βιοτικό τους επίπεδο, πίστεψαν ότι μια κυβέρνηση Ρεπουμπλικάνων υπό τον Ντόναλντ Τραμπ θα μπορούσε να προσφέρει τις λύσεις που ψάχνουν. Ενώ την ίδια ώρα εκτίμησαν ότι με την παραμονή των Δημοκρατικών στην εξουσία με τον ένα ή τον άλλο τρόπο θα παραμείνουν και τα προβλήματά τους ως έχουν.
Δεν πρέπει ακόμα να μας διαφεύγει, όχι μόνο στις εκλογές των Ηνωμένων Πολιτειών αλλά και σε άλλες εκλογικές αναμετρήσεις, όπως για παράδειγμα στην Ευρώπη, ότι οι πολίτες αδυνατώντας να αποτρέψουν ή να ανατρέψουν μια συγκεκριμένη πολιτική επιχειρούν μέσω της κάλπης να καταγράψουν αυτή τους της διαφωνία. Τρανταχτό παράδειγμα το μεταναστευτικό (όπου και εδώ ο αλγόριθμος των πολιτών είναι διαφορετικός απ’ εκείνο των δημοσιογράφων), ένα θέμα για το οποίο υπάρχει αντίδραση και δυσφορία ανάμεσα στις μάζες των πολιτών. Αντίδραση που σε καμιά περίπτωση δεν συσχετίζεται με ξενοφοβικά σύνδρομα συγκεκριμένων κύκλων.
Βλέποντας οι πολίτες ότι οι κυβερνήσεις όχι μόνο δεν λαμβάνουν κάποια μέτρα για αντιμετώπιση του προβλήματος με τους μετανάστες καταφεύγουν στη μόνη νόμιμη επιλογή που έχουν στη διάθεσή τους, τις κάλπες. Επιλέγουν να στηρίξουν εκείνους που αν μη τι άλλο υπόσχονται να λύσουν αυτό που οι ίδιοι θεωρούν πρόβλημα. Κι αυτή η τάση δεν καταγράφεται μόνο στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού αλλά και στην Ευρώπη.
Αν είναι λοιπόν κάτι που θα πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψη και από αυτή την εκλογική αναμέτρηση είναι πως θα πρέπει να κοιτάζουμε προς την κατεύθυνση της μεσαίας τάξης η οποία επηρεάζεται περισσότερο από τις διάφορες πολιτικές των κυβερνήσεων. Εκεί βρίσκεται το κλειδί ενός εκλογικού αποτελέσματος και όχι στο τι μπορεί να λέει ή να γράφει ένας πολιτικός, ένας δημοσιογράφος, και ποια θέσει μπορεί να πάρει ένα μέσο ενημέρωσης.