Ο τίτλος της τέταρτης εξουσίας δίνεται μετά την νομοθετική, εκτελεστική και δικαστική εξουσία, στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, με τη λογική ότι όλες τους πρέπει να εξυπηρετούν το δημόσιο συμφέρον.

Τα ΜΜΕ, εφόσον είναι ελεύθερα και ανεξάρτητα από το κράτος, συμβάλλουν στην εκδημοκρατικοποίησή του˙ διότι ελέγχουν και αποκαλύπτουν καταχρήσεις εξασφαλίζοντας την απαραίτητη διαφάνεια, ενημερώνουν τους πολίτες σχετικά με δημόσια ζητήματα και βοηθούν στο δημόσιο διάλογο λειτουργώντας ως επικοινωνιακός δίαυλος μεταξύ των κυβερνώντων και του λαού.

Η δημοσιογραφία είναι κατά την ταπεινή μου γνώμη ένα πολύ δύσκολο επάγγελμα διότι εκτός των άλλων ο δημοσιογράφος εκτίθεται καθημερινά στο κοινό. Θα ανέμενε κανείς ένας δημοσιογράφος να είναι πάνω απ’ όλα αντικειμενικός στις ανταποκρίσεις και δημοσιεύσεις του. Να μην επηρεάζεται από προσωπικές συμπάθειες και αντιπάθειες ή ακόμα και προσωπικές ατζέντες.

Δυστυχώς (ή ευτυχώς) παρακολουθώ τα μέσα μαζικής ενημέρωσης τακτικά. Έχω καταντήσει να διαβάζω πρώτα το όνομα του συγγραφέα και πριν διαβάσω το κείμενο να γνωρίζω το περιεχόμενο. Όταν ο άλλος καταδέχεται να είναι ο απολογητής της εκάστοτε εξουσίας (με ποια ανταλλάγματα), δεν τιμά τον εαυτό του και το λειτούργημά του. Συμβαίνει φυσικά και το αντίθετο, να κατακρίνει κάποιος συνεχώς.

Ο τρόπος που θα παρουσιαστεί μια είδηση έχει μεγάλη σημασία. Για παράδειγμα ένας υπουργός σχεδιάζει να υλοποιήσει κάτι χωρίς να ενημερώσει κανένα και προκύπτουν έντονες αντιδράσεις από τους εμπλεκόμενους και τη συνδικαλιστική οργάνωση η οποία με ανακοίνωση της απειλεί με μέτρα. Η ανακοίνωση όμως δεν φαίνεται στον έντυπο τύπο. Απλά καταγράφεται ότι ο/η υπουργός εκφράζει το «παράπονό» για τις αντιδράσεις (ποιών, γιατί, πώς).

Και για να μην μηδενίζουμε τα πράματα θα έλεγα ότι υπάρχουν και εξαιρετικοί δημοσιογράφοι, πάντα αντικειμενικοί και τεκμηριωμένοι, που τιμούν το λειτούργημά τους.

Μια είδηση της τελευταίας στιγμής (30/10/2024) από τη Διεθνή Κοινοπραξία Ερευνητών Δημοσιογράφων (International Consortium of Investigative Journalists (ICIJ Team)) παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον.

Την περασμένη βδομάδα ο πρώην πρόεδρος του Περού, Αλεχάντρο Τολέδο (Alejandro Toledo) καταδικάστηκε σε πάνω από 20 έτη κάθειρξη για την εμπλοκή του στο σκάνδαλο Όντεμπρεχτ (Odebrecht), ένα εκτεταμένο σύστημα δωροδοκιών σε μετρητά έναντι δημοσίων συμβάσεων. Για το ίδιο σκάνδαλο έχουν ήδη καταδικαστεί και άλλοι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι της Λατινικής Αμερικής.

Μετά από χρόνια νομικών διαδικασιών, το δικαστήριο έκρινε τον Τολέδο ένοχο για συμπαιγνία και ξέπλυμα χρήματος, αφού δέχτηκε δωροδοκίες 35 εκατομμυρίων δολαρίων από τον κατασκευαστικό γίγαντα Odebrecht με αντάλλαγμα την έγκριση για δαπανηρά δημόσια έργα.

Ο πρώην πρόεδρος Τολέδο (2001-2006), είναι ένας από τους τέσσερις πρώην προέδρους του Περού που διερευνήθηκαν για δωροδοκία από την Όντεμπρεχτ, σύμφωνα με το Associated Press.

Για χρόνια, ο κατασκευαστικός κολοσσός της Λατινικής Αμερικής, Odebrecht, κατασκεύαζε πολλά μεγάλα έργα υποδομής της περιοχής (BBC). Στη συνέχεια, όμως, έγινε γνωστός για τη συμμετοχή του σε μια από τις μεγαλύτερες υποθέσεις διαφθοράς στην ιστορία.

Η Odebrecht ξεκίνησε ως μια μικρή οικογενειακή κατασκευαστική ομάδα (1940) που ιδρύθηκε από Βραζιλιάνους γερμανικής καταγωγής. Αναπτύχθηκε γρήγορα και στο αποκορύφωμά της (2010) είχε 181.000 υπαλλήλους σε 21 χώρες.

Επικεντρώνεται στην κατασκευή μεγάλων έργων, όπως το μετρό του Καράκας, ένα λιμάνι στην Κούβα κ.ά..

Το 2016 η εταιρεία Odebrecht συμφώνησε να πληρώσει τουλάχιστον 2,6 δισεκατομμύρια δολάρια σε κυρώσεις για να επιλύσει κατηγορίες που άσκησαν οι αρχές στις ΗΠΑ, στη Βραζιλία και στην Ελβετία. Ο όμιλος, με έδρα τη Βραζιλία, είχε υπογράψει τη μεγαλύτερη συμφωνία επιείκειας στον κόσμο, στην οποία ομολόγησε τη διαφθορά και πλήρωσε πρόστιμα. Εβδομήντα επτά στελέχη της εταιρείας έκαναν αποκαλύψεις που είχαν ισχυρές πολιτικές και οικονομικές επιπτώσεις σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική. Όλοι τους υπέγραψαν συμφωνίες με Βραζιλιάνους ερευνητές, συμφωνώντας να ομολογήσουν εγκλήματα και να εντοπίσουν διεφθαρμένους αξιωματούχους με αντάλλαγμα μικρότερες ποινές φυλάκισης. Όλοι ομολόγησαν ότι πλήρωναν δωροδοκίες ως αντάλλαγμα για συμβόλαια σε διάφορα μέρη του κόσμου.

Στη συνέχεια (2019), η έρευνα του Τμήματος Δωροδοκίας της ICIJ αποκάλυψε νέες λεπτομέρειες σχετικά με το σχέδιο στο οποίο ο Odebrecht είχε παραδεχθεί ότι πλήρωσε περίπου 788 δολάρια εκατομμύρια σε δωροδοκίες σε αξιωματούχους σε πολλές χώρες.

Η εταιρεία είναι επίσης ένας από τους μεγαλύτερους δωρητές σε πολιτικούς στη Βραζιλία όπως τα 48 εκατομμύρια δολάρια που δώρισε στην εκστρατεία υποψηφίων στις προεδρικές εκλογές της Βραζιλίας (2014).

Ο διευθύνων σύμβουλος του ομίλου, Marcelo Odebrecht, εγγονός του ιδρυτή του, συνελήφθη (2015) και καταδικάστηκε σε 19 χρόνια φυλάκιση. Δεκάδες άλλα στελέχη της εταιρείας έχουν φυλακιστεί.

Όπως αποκάλυψε η έρευνα διαφθοράς της Βραζιλίας (Lava Jato) δεκάδες εταιρείες, μεταξύ αυτών και η Odebrecht, παραδέχτηκαν ότι δωροδοκούσαν πολιτικούς και αξιωματούχους με αντάλλαγμα συμβόλαια με την Petrobras, τον κρατικό πετρελαϊκό κολοσσό.

Εκτός Βραζιλίας, οι αποκαλύψεις ώθησαν τους ανακριτές στο Περού να εκδώσουν ένταλμα σύλληψης κατά του πρώην προέδρου Alejandro Toledo.

Επίσης, οι εισαγγελείς της Βραζιλίας απήγγειλαν κατηγορίες (2017) στον πλουσιότερο άνθρωπο της Βραζιλίας δισεκατομμυριούχο μεγιστάνα, Eike Batista, και στον πρώην κυβερνήτη της πολιτείας του Ρίο ντε Τζανέιρο, Sergio Cabral, για συμμετοχή σε κύκλωμα διαφθοράς. Και οι δύο άνδρες βρίσκονται σε φυλακή υψίστης ασφαλείας στο Ρίο. Ο Batista κατηγορήθηκε ότι δωροδόκησε τον Cabral με 16,5 εκατομμύρια δολάρια που επέβλεπε την κατασκευή υποδομών για το Παγκόσμιο Κύπελλο ποδοσφαίρου (2014).

Συνειρμοί δικοί σας.

Υ.Σ.: Θα θέλαμε να συγχαρούμε τον πρόεδρο Νίκο Χριστοδουλίδη και την ομάδα του για την μεγάλη επιτυχία της επίσκεψης στο Λευκό Οίκο. Ευχόμαστε οι δηλώσεις του προέδρου Biden για την ανεξαρτησία της Κύπρου, που αποτελεί πυλώνα ασφάλειας της περιοχής, να μετατραπούν σε έργα.