Η χθεσινή απόφαση του Συνοδικού Δικαστηρίου για καθαίρεση των τριών μοναχών της Μονής Οσίου Αββακούμ, θεωρητικά βάζει τέλος στο περιώνυμο σκάνδαλο το οποίο βασανίζει την Εκκλησία της Κύπρου εδώ και επτά μήνες. Θεωρητικά πάντοτε, έπρεπε να θέτει τέλος και στον σκανδαλισμό του χριστεπώνυμου πλήθους. Κάτι τέτοιο, ωστόσο, ισχύει μόνο για όποιον αντικρίζει επιφανειακά το σκάνδαλο. Ή όποιον, δικαιολογημένα, έχει κουραστεί από το ιλαροτραγικό σκηνικό το οποίο παρακολουθήσαμε όλη αυτή την περίοδο. Διότι στην πράξη δεν μπορεί να θεωρείται πλήρως κλειστό. Υπάρχουν δύο μεγάλες πτυχές, οι οποίες συνεχίζουν να απαιτούν απαντήσεις. Αν δεν δοθούν, δεν πρόκειται ποτέ να διαλυθούν τα γκρίζα σύννεφα πάνω από την Εκκλησία της Κύπρου.

Προτού αναφερθούμε σε αυτές τις καίριες πτυχές, οφείλουμε να υπενθυμίσουμε τη δέσμευση την οποία είχε αναλάβει δημοσίως ο Αρχιεπίσκοπος Γεώργιος μετά που ξέσπασε το σκάνδαλο: «Διαβεβαιώνω ότι απόφασή μου είναι να διερευνηθούν πλήρως, σε όλες τους τις διαστάσεις, τα όσα σκανδαλίζουν όλους μας».

Στη βάση, λοιπόν, αυτής της δέσμευσης του σεβαστού Αρχιεπισκόπου, οφείλουμε, εν πρώτοις, να υποδείξουμε ότι ακόμη και αυτή η απόφαση του Συνοδικού Δικαστηρίου, όπως ανακοινώθηκε χθες, δεν ανταποκρίνεται στη βαρυσήμαντη δέσμευση. Επειδή, απλούστατα, δεν μπαίνει καν στον κόπο να εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους αποφασίστηκε η καθαίρεση των τριών μοναχών.

Η απλή αναφορά ότι «υπέπεσαν σε κανονικά (σ.σ. κατά παράβαση των κανόνων της Εκκλησίας δηλαδή) παραπτώματα» δεν δύναται να δώσει επαρκής απαντήσεις στις απορίες των χιλιάδων πιστών, τους οποίους επί επτά μήνες φλόμωσαν, ένθεν και ένθεν, με σωρεία σεναρίων και κατηγοριών. Η απόφαση του Συνοδικού Δικαστηρίου έπρεπε να πληροφορεί τους πιστούς ποια ακριβώς είναι τα «κανονικά παραπτώματα» στα οποία υπέπεσαν οι τρεις μοναχοί. Όχι, βεβαίως, χάριν κουτσομπολιού, από το οποίο μπουχτίσαμε στους επτά μήνες, αλλά χάριν της αλήθειας και του σεβασμού των πιστών. Έχουν κάθε δικαίωμα να γνωρίζουν ποια είναι τα παραπτώματα. Διαφορετικά, πολλοί θα παραμείνουν στη σφαίρα της αβεβαιότητας. Έρμαιο των κουτσομπολιών και των υπερβολών.

Αρκεί να σταθεί κάποιος στη χθεσινή δήλωση των μοναχών ότι θα ιδρύσουν δικό τους μοναστήρι για να αντιληφθεί τον κίνδυνο. Αν πολλοί πιστοί, οι οποίοι συνεχίζουν να πιστεύουν ότι πρόκειται για σκευωρία (ναι υπάρχουν ακόμη που το πιστεύουν) κατά των μοναχών, πιθανότατα να τους ακολουθήσουν όπου θα ιδρύσουν νέο μοναστήρι. Με ό,τι κάτι τέτοιο συνεπάγεται.

Ποιες είναι, όμως, οι καίριες πτυχές του σκανδάλου, οι οποίες παραμένουν ανοικτές. Πρώτον, είναι αδιανόητο, όντας στην τρίτη μετά Χριστόν χιλιετία, να επιτρέπεται σε οποιονδήποτε να καπηλεύεται τη θρησκεία και την πίστη αγνών χριστιανών μέσω βιομηχανίας «θαυμάτων» ή μαζικής έλευσης αντικειμένων (παντόφλες κ.α.) που συνδέονται με αγίους, απλώς, και μόνο για να συλλέγουν χιλιάδες εισφορές από ευκολόπιστους ανθρώπους.

Είναι καιρός, πλέον, η Πολιτεία να αφήσει κατά μέρος την παθητική ανοχή τέτοιων άθλιων εμπαιγμών. Είναι καιρός να ποινικοποιήσει τέτοια ποταπά φαινόμενα. Είναι καιρός να στήσει τοίχο προστασίας. Μόνο έτσι ο κάθε τσαρλατάνος που ενδύεται τα ράσα θα φοβάται να καπηλευθεί τη θρησκευτική πίστη.

Δεύτερον, πλήρης διαλεύκανση του σκανδάλου συνεπάγεται απόλυτη έρευνα και προς τις δύο πλευρές. Όχι μόνο προς την εύκολη πλευρά των μοναχών. Αλλά και προς την δύσκολη του Ησαΐα. Ο οποίος πρέπει να περάσει κι αυτός από εξονυχιστική έρευνα, όπως τους μοναχούς και να καταθέσει πειστικά στοιχεία για όσα κατηγορείται. Πόσα χρήματα πήρε τα τελευταία χρόνια από τη Μονή; Κατατέθηκαν όλα επισήμως, με αποδείξεις στο λογαριασμό της Μονής; Ή παρελήφθησαν και χρήματα χωρίς αποδείξεις; Γιατί περίμενε τόσο καιρό για να καταγγείλει τους μοναχούς; Δεν είχε αντιληφθεί την καπηλεία της πίστης και τα «θαύματα» με το δήθεν μύρο; Δεν είχε ερευνήσει το φαινόμενο των χιλιάδων πιστών που συνέρρεαν κάθε Κυριακή στο Φτερικούδι;

Το γεγονός ότι ο Μητροπολίτης έφερε στη δημοσιότητα το σκάνδαλο δεν μπορεί να τον αθωώνει a priori. Και μόνο το γεγονός ότι επέτρεψε για δύο χρόνια να λειτουργεί μια βιομηχανία θαυμάτων, εξαπατώντας χιλιάδες πιστούς, είναι αρκετό για να επιμεριστεί τεράστια ευθύνη.

Βεβαίως, έρευνα για τις κατηγορίες εναντίον του Ησαΐα διεξάγεται ήδη από την Αστυνομία. Αν βρεθούν τεκμήρια τα οποία θα επιβεβαιώνουν τις καταγγελίες, θα είναι υπόλογος στην ποινική διαδικασία. Τούτο, όμως, δεν επιτρέπει σε Ιερά Σύνοδο και Συνοδικό Δικαστήριο να τον αφαιρούν από το κάδρο των ερευνών. Με αυτό τον τρόπο, ουδόλως, διαλύουν τα συγκεντρωθέντα υπεράνω της Εκκλησίας σύννεφα. Αντιθέτως, τα πυκνώνουν!

Αν ειλικρινώς επιθυμεί η Ιερά Σύνοδος να αποκτήσει αξιοπιστία, προλαβαίνει να αποφασίσει ανάλογη έρευνα και για τον Ησαΐα. Διαφορετικά, ακόμη και τα χθεσινά, μετά την απόφαση, πυρά των καθαιρεθέντων, που βρήκαν το θράσος να ομιλούν περί «βρωμιάς και δυσωδίας», θα βρίσκουν ώτα ακουόντων ανάμεσα στους πιστούς!