Από την τελευταία εβδομάδα του Οκτωβρίου το Υφυπουργείο Πολιτισμού αποχαιρέτησε οριστικά το διατηρητέο του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών επί της Γλάδστωνος και εγκαταστάθηκε στον 4ο όροφο του Ευφροσύνειου Μεγάρου επί της οδού Ιφιγενείας, στον Στρόβολο. Για να συμβεί αυτό χρειάστηκε να μετακομίσει από εκεί το Ίδρυμα Συμφωνική Ορχήστρα Κύπρου και να γίνει μια εκτεταμένη αναδιάταξη στα γραφεία, με το Τμήμα Σύγχρονου Πολιτισμού να βολεύεται πλέον στους τρεις πρώτους ορόφους του κτηρίου.

Η συγκατοίκηση του Υφυπουργείου με το Τμήμα Σύγχρονου Πολιτισμού αναμένεται να λύσει πολλά λειτουργικά προβλήματα που προέκυπταν όλα αυτά τα χρόνια από την πολυδιάσπαση των υπηρεσιών του τομέα, πριν αλλά και μετά την ίδρυση του Υφυπουργείου. Κυριότερα, η ανώτατη διοίκηση θα μπορεί να δει αλλά και να ζήσει από πρώτο χέρι τον αγώνα ενάντια στον χρόνο και τη λογική που δίνουν οι μορφωτικοί λειτουργοί όλα αυτά τα χρόνια, να εντοπίσει δηλαδή ιδίοις όμμασι ελλείψεις και τυχόν παθογένειες και να επιληφθεί για την όσο το συντομότερη θεραπεία τους.

Οι αλλαγές στη διοικητική δομή του πολιτισμού είναι πολλές και ραγδαίες και δεν αφορούν μόνο τη διαρρύθμιση. Κύριο σημείο αναφοράς είναι φυσικά η ίδια η ίδρυση του Υφυπουργείου, που όπως αναμενόταν «ξεκλείδωσε» έναν χείμαρρο ανακατατάξεων σε όλο το τοπίο. Από την περασμένη Τετάρτη ένα επιπλέον στέλεχος- κλειδί έχει εγκατασταθεί στο κτήριο της Ιφιγενείας. Η Ιωάννα Χατζηκωστή, νέα Διευθύντρια του Τμήματος Σύγχρονου Πολιτισμού (το «Νεότερου» απαλείφθηκε, οι βολικές αλλαγές αφορούν και τους τίτλους) έρχεται να καλύψει ένα οφθαλμοφανές και απαράδεκτο υπό τις περιστάσεις κενό. Μένει να δούμε αν θα λειτουργήσει υπέρ ή εναντίον της το γεγονός ότι δεν προέρχεται από τα σπλάχνα της υπηρεσίας, όπως κατά παράδοση συνέβαινε μέχρι τώρα.

Υφυπουργό έχουμε, Γενική Διευθύντρια έχουμε, τα τμήματα του Υφυπουργείου αποκτούν σιγά- σιγά τους επικεφαλής τους, το οργανόγραμμα οριστικοποιείται. Μια αίσθηση σταθερότητας έχει αρχίσει –επιτέλους- να επιβάλλεται και η νέα δομή μπορεί πλέον να εστιάσει στους επιμέρους στόχους, σε συνάρτηση και με την πρόκληση της διαλειτουργικής σύζευξης του αρχαίου με τον σύγχρονο πολιτισμό.

Αύριο Δευτέρα η Επιτροπή Οικονομικών της Βουλής έχει προγραμματισμένη συνεδρία για να συζητήσει τον Προϋπολογισμό του Υφυπουργείου, τον πρώτο ουσιαστικά που κατατίθεται ολοκληρωμένος με την πλήρη ένταξη του Τμήματος Αρχαιοτήτων. Ο προϋπολογισμός που προτείνεται ανέρχεται λίγο πάνω από τα €51 εκατ. εκ των οποίων τα €16,8 εκατ. αφορούν το Τμήμα Σύγχρονου Πολιτισμού, τα €20,8 το Τμήμα Αρχαιοτήτων και περίπου €1,5 εκατ. την Υπηρεσία Κυπριακής Χειροτεχνίας.

Δεν ξέρω αν τα νούμερα σας φαίνονται μεγάλα ή μικρά, πάντως ο προϋπολογισμός του Υφυπουργείου Πολιτισμού ανέρχεται στο 0,4% του συνολικού κρατικού Προϋπολογισμού του 2024. Ο αριθμός αυτός θα φαινόταν τρομακτικά ισχνός αν δεν λαμβάναμε υπόψη ότι πριν από μερικά χρόνια στον Πολιτισμό αναλογούσε το 1-2% του συνολικού προϋπολογισμού μόνο του Υπουργείου που τον φιλοξενούσε (!)- δηλαδή του πάλαι ποτέ ΥΠΠΑΝ, που ουσιαστικά είναι πάντα μόνο Παιδείας.

Μικρή σημασία έχουν τα νούμερα και ποσοστά, παρά μόνο αυτά που αφορούν αυξήσεις και επιπλέον δαπάνες. Για παράδειγμα, το Υφυπουργείο υπολογίζει μια αύξηση της τάξης του μισού εκατομμυρίου στις επιχορηγήσεις των ελεύθερων θεάτρων το 2023, στο πλαίσιο μια διαδικασίας αναβάθμισης όλων των χορηγικών προγραμμάτων. Και αναβάθμιση χωρίς αύξηση είναι αστείο να τη συζητάμε. Ακόμη και η όποια αύξηση πάντως δεν πρόκειται να λειάνει τόσο εύκολα το αγκάθι του Θυμέλη, που συνεχώς βρίσκει κάποια πλευρά παραπονεμένη. Για παράδειγμα, στις αρχές του Οκτώβρη οι οργανωμένοι ηθοποιοί διεκδίκησαν και πέτυχαν αλλαγές στους όρους που αφορούν στα εργασιακά τους δικαιώματα. Το Υφυπουργείο ανακοίνωσε αναθεωρήσεις μέχρι το τέλος του μήνα και την περασμένη Παρασκευή έδωσε και παράταση μιας εβδομάδας (μέχρι και τις 10 Νοεμβρίου) στην προθεσμία υποβολής των αιτήσεων.

Στο μεταξύ, την ερχόμενη Τετάρτη 8 Νοεμβρίου η Επιτροπή Παιδείας και Πολιτισμού ξεκινά εξειδικευμένη συζήτηση πάνω στο Σχέδιο Θυμέλη 2024, που προσωπικά υποψιάζομαι βάσιμα ότι δεν θα ολοκληρωθεί σε μια μόνο συνεδρία. Με τους ηθοποιούς να έχουν πετύχει μέχρι ενός σημείου τους στόχους τους, η «μάχη» θα δοθεί σχετικά με τις απαιτήσεις των θεατρικών φορέων. Μένει να δούμε πόσα θα προλάβουν να συμβούν μέσα στην κρίσιμη εβδομάδα που ξεκινά, καθώς δύσκολα αναμένεται να δοθεί νέα παράταση- οι προγραμματισμοί τρέχουν.

Υπάρχουν σαφώς και πολλά άλλα κρίσιμα ανοιχτά μέτωπα, τα οποία αναμένεται να δοκιμάσουν πολύ σοβαρά τη σταθερότητα, για την οποία κάναμε λόγο προηγουμένως. Δεν θα κουραστούμε να γράφουμε –μέχρι τη δικαίωση- ότι το κρισιμότερο από αυτά είναι πάντα η εφαρμογή του θεσμικού πλαισίου που ρυθμίζει το καθεστώς και την επαγγελματική ιδιότητα του καλλιτέχνη. Όσο προχωρημένο κι αν ευαγγελίζεται το Υφυπουργείο Πολιτισμού ότι είναι το εν λόγω νομοσχέδιο, όσο εκκρεμεί η συνάντηση με τον Υπουργό Οικονομικών και τίθενται ζητήματα που αναμένεται να επηρεάσουν τον προϋπολογισμό ως προς την εφαρμογή συγκεκριμένων προνοιών, θα πρέπει να διατηρούμε τις δημιουργικές μας αμφιβολίες για το αν τελικά κοντεύουν τελικά οι δημιουργοί μας να πιούν νερό από την πηγή. Άλλωστε, εκκρεμεί επιπλέον η διαδικασία διαβούλευσης και ο νομοτεχνικός έλεγχος.

Λίγη σταθερότητα λοιπόν είναι πάντα χρήσιμη, σε έναν τομέα που διαχρονικά πέρασε από πολλές φουρτούνες, με κυριότερη από αυτές τη φουρτούνα της… κρατικής αδιαφορίας. Αυτή τουλάχιστον δείχνει να την ξεπερνάει και να μπαίνει στην εποχή της σημασίας. Πού θα πάει, σιγά- σιγά θα μπει το νερό οριστικά στο αυλάκι και θα έχουμε να ασχολούμαστε μόνο με τους μικρούς καθημερινούς πονοκεφάλους της πολιτιστικής πραγματικότητας. Κι όταν θυμόμαστε τα παλιά θ’ αναφωνούμε «τέτοια προβλήματα να έχουμε».  

Ελεύθερα, 5.11.2023