Παραδέχομαι ότι η βαθμολογία (2/10) που έδωσα στον Υφυπουργό Πολιτισμού στην πρόσφατη αξιολόγηση του Φιλελεύθερου για τις 100 μέρες διακυβέρνησης ήταν χαμηλή. Θα μπορούσε κάποιος να την πει και απαξιωτική.

Φυσικά, με δεδομένο ότι είχα δώσει το μίνιμουμ (1/10) στην πρώτη αξιολόγηση που έγινε όταν ανέλαβε και αφορούσε την εκτίμηση της επιλογής και τις προσδοκίες απ’ αυτόν, το λες και… πρόοδο. Ναι, είναι αλήθεια ότι είχα πάρει εξαρχής με στραβό μάτι τον διορισμό του και δεν ήμουν καθόλου ο μόνος -είχα εξηγήσει και τους λόγους, που καθόλου δεν είχαν να κάνουν με την προσωπικότητά του.

Εύλογα, θα μπορούσε κάποιος να μου καταλογίσει ότι παραμένω ισοπεδωτικός μόνο και μόνο από πείσμα, για να μη διαψευστώ, παρόλο που θέλω να πιστεύω ότι δεν είναι του χαρακτήρα μου και καθόλου δεν με τρομάζουν οι διαψεύσεις. Ειδικά όταν είναι για καλό. Οι επιβεβαιώσεις είναι στην περίπτωση αυτή πιο επώδυνες, αν και οι χειρότερες είναι πάντα οι απογοητεύσεις. Δηλαδή όταν πάνε στον βρόντο οι υπερβολικές προσδοκίες που έχεις ποντάρει σε κάποιον. Αλλά αυτό είναι μια άλλη συζήτηση.

Αυτό που θέλω να πω είναι ότι, υπό μια έννοια, ο Μιχάλης Χατζηγιάννης μόνο θετικά θα μπορούσε να εκπλήξει εμάς τους ισοπεδωτικούς. Χωρίς, για διάφορους λόγους, να με βρίσκει ιδιαίτερα ενθουσιόντα αυτό το βαρόμετρο που καθιέρωσε η εφημερίδα που με εργοδοτεί –και δεν μπορώ να βγάζω την ουρά μου απ’ έξω- από το 1/10 πιο κάτω δεν υπάρχει. Άρα μόνο πιο πάνω μπορεί να πάει. Χαριτολογώντας, θα μπορούσαμε να υποδείξουμε ότι αν κάθε 100 μέρες παίρνει κι έναν πόντο, κάποια στιγμή όχι μόνο θα περάσει τη βάση αλλά θα εκτοξευτεί κιόλας.

Δεν νομίζω ότι τον καίει ιδιαίτερα η δική μου άποψη και αξιολόγηση, που δεν είναι τίποτα περισσότερο από την υποκειμενική άποψη και αξιολόγηση ενός πολίτη που τυγχάνει λόγω επαγγέλματος να έχει δημόσιο βήμα. Κι αν τον καίει, κακώς τον καίει. Διότι οπωσδήποτε, λόγω θέσης, έχει πολύ πιο σοβαρά θέματα να τον απασχολούν από την αποτίμηση της εικόνας του. Εξάλλου, ουσιαστικά κάνω αυτό που ο ίδιος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ζήτησε από την πρώτη κιόλας μέρα που ανέλαβε: κρίνω αυστηρά. (Παρεμπιπτόντως να πω ότι έχει χάρη ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης που δεν ανέθεσαν σ’ εμένα να τον «αξιολογήσω» κι εκείνον. Τη βάση ούτε με κιάλια δεν θα την έβλεπε).

Με όλα αυτά δεν προσπαθώ να κάνω τον έξυπνο και τον τιμητή των πάντων. Απλώς καταθέτω μια εκτίμηση, που πόρρω απέχει από την αντικειμενικότητα. Εξάλλου και οι κριτές κρίνονται. Αν κι εγώ δεν κρατώ στα χέρια μου την τύχη και το επαγγελματικό μέλλον μερικών χιλιάδων ανθρώπων ή τη χάραξη της πολιτιστικής παίδευσης μερικών εκατοντάδων χιλιάδων. Απλώς συνεπιδρώ πάνω στον δημόσιο διάλογο. Ή έτσι νομίζω, τουλάχιστον. Κι ο ποντικός στην τρύπα του μεγάλος άρχος είναι.

Η υπερβολική έκθεση ενός ανθρώπου, ειδικότερα ενός νέου ανθρώπου, στα φώτα της δημοσιότητας δεν μπορούν να τον αφήσουν ανεπηρέαστο. Από ένα σημείο και μετά έχει να διαχειριστεί και να κουλαντρίσει την απειλή της κενοδοξίας. Όταν δε στην πορεία ξαφνικά η έκθεση αυτή παραμένει ή και διογκώνεται αλλά από άλλη σκοπιά, η διαχείριση είναι ακόμη πιο περίπλοκη. Και ο δείκτης δυσκολίας ανεβαίνει όταν, λόγω της προηγούμενης ιδιότητας, γίνεται κινούμενος στόχος για τα βέλη της κριτικής που κάποτε μπορεί να είναι δηλητηριώδη και αιχμηρά.

Όπως όμως έγραψα ήδη στην εν λόγω αξιολόγηση, το γεγονός ότι ο Χατζηγιάννης επιβίωσε μέχρι το «μαξιλαράκι» των 100 ημερών, δείχνει ότι τελικά έχει γερό στομάχι. Τόσο γερό ώστε ν’ αντέχει και στις κακουχίες που ο ίδιος θέτει στον εαυτό του. Του έχω όμως ένα δυσάρεστο νέο: τα δύσκολα τώρα αρχίζουν. Οι 100 αυτές μέρες ήταν ουσιαστικά περίοδος μέλιτος, πρόκειται για το διάστημα που θα χρειαζόταν για να μπει στο πνεύμα και ν’ ανταπεξέλθει στο καθήκον του.

Τα μέτωπα είναι πολλά και καθοριστικά κι είμαι απολύτως σίγουρος ότι πλέον το γνωρίζει καλά και από πρώτο χέρι. Σε λίγες μέρες η κρίσιμη και ιστορική μετάβαση του Τμήματος Αρχαιοτήτων από το Υπουργείο Μεταφορών στο Υφυπουργείο Πολιτισμού θα είναι πραγματικότητα. Στην πράξη και με τον δύσκολο τρόπο θα φανεί αν έγινε η κατάλληλη προεργασία για την υποδοχή του. Η υπόθεση της κατοχύρωσης της κοινωνικής και επαγγελματικής υπόστασης του καλλιτέχνη, ένα πάγιο αίτημα δεκαετιών, έγινε μπαϊράκι από τον νέο Υφυπουργό Πολιτισμού από την πρώτη στιγμή αλλά στην πορεία φάνηκε ότι είναι μια υπόθεση που θα καθυστερήσει πολύ ακόμα.

Πρόσφατα η Επίτροπος Νομοθεσίας σε επιστολή της προς τον Πρόεδρο της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Παιδείας και Πολιτισμού γνωστοποίησε ότι εντόπισε προβλήματα στις πρόνοιες της πρότασης νόμου. Δεν είναι με δική του υπαιτιότητα που συμβαίνουν αυτά, αλλά θα πρέπει να προσέχει τι επικοινωνεί και πώς. Για να μη δημιουργείται η αίσθηση ότι ασχολείται μόνο με τρία ζητήματα –αυτό, την Κάρτα Νεολαίας και τις Φοροαπαλλαγές στον Πολιτισμό- τη στιγμή που πρακτικά ζητήματα της καθημερινότητας, όπως λ.χ. η εκταμίευση ήδη εγκεκριμένων χρημάτων από τα προγράμματα χορηγιών, σκοντάφτουν στη γραφειοκρατία και την υποστελέχωση.

Η υποστελέχωση είναι ακόμη ένα βασικό πρόβλημα που δεν έχει επιλυθεί και το ακούμε σχεδόν σε κάθε δημόσια τοποθέτησή του. Το γεγονός ότι οι πόροι στον Πολιτισμό παραμένουν πενιχροί και η παραγωγή πολιτικής γίνεται από τους τρεις και τον κούκο, είναι πρώτα του ίδιου τα χέρια που έχει δέσει. Σε κάθε περίπτωση, ο Υφυπουργός θα πρέπει να αξιολογήσει πάνω απ’ όλους ο ίδιος τον εαυτό του και να προχωρήσει κι όλοι εμείς οι ισοπεδωτικοί επικριτές θα χαρούμε να διαψευστούμε. Δεν είμαστε δα κομπλεξικοί και χαιρέκακοι. Γνωρίζουμε ποιο είναι το διακύβευμα.

Ελεύθερα, 11.6.2023