Η Κύπρος παρουσιάζεται ως το επίκεντρο ισχυριζόμενης απάτης σε βάρος Ρώσου δισεκατομμυριούχου ισραηλινής καταγωγής και μάλιστα για το υπέρογκο ποσό των 600 εκατομμυρίων δολαρίων. Παραπονούμενος και καταγγέλλων στην πρωτοφανή αυτή υπόθεση είναι ο 70χρονος γνωστός επιχειρηματίας Αρκάντι Γκαϊνταμάκ.

Μέσω των δικηγόρων του φέρεται να ισχυρίζεται ότι άτομο της εμπιστοσύνης του τον εξαπάτησε, μεταφέροντας σε τραπεζικό λογαριασμό στο νησί μας το επίμαχο υπέρογκο ποσό των 570 εκατομμυρίων ευρώ περίπου.

Προχθές, μάλιστα, ο δικηγόρος του Νιρ Γιάσλοβιτς, όπως ο ίδιος δηλώνει, μετέβη στο Αρχηγείο Αστυνομίας και υπέβαλε επίσημη καταγγελία σε βάρος του εν λόγω προσώπου, το οποίο φέρεται να έχει κυπριακή υπηκοότητα, χωρίς να δίδονται περισσότερες λεπτομέρειες γι’ αυτόν.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Νέος διασυρμός για τα «χρυσά» διαβατήρια της Κύπρου

Ο κ. Γιάσλοβιτς υποστήριξε σε δημόσιες τοποθετήσεις του ότι η καταγγελία που έκανε την περασμένη Τετάρτη συνοδεύεται από στοιχεία και έγγραφα.

To φερόμενο αδίκημα, σύμφωνα με τις θέσεις του Γκαϊνταμάκ, σχεδιάστηκε στο Λουξεμβούργο, χωρίς ωστόσο να έχουν δοθεί περαιτέρω λεπτομέρειες για τον τρόπο που αυτό εκτελέστηκε.

Αναφορές θέλουν τον επιχειρηματία να προέβη σε καταγγελίες σε σχέση με την υπόθεση και στις Αρχές του Λουξεμβούργου, αλλά και σ’ αυτές του Ισραήλ. 

Οι ισχυρισμοί του Ρώσου επιχειρηματία πήραν διαστάσεις τα τελευταία 24ωρα, καθώς μεταδόθηκε σχετικό ρεπορτάζ σε δελτίο ειδήσεων του δημοφιλούς τηλεοπτικoού σταθμού του Ισραήλ, Channel 12. Ακολούθησαν αναδημοσιεύσεις σε ιστοσελίδες του Ισραήλ, αλλά και ρωσόφωνο ιστότοπο.

Τι μεταδόθηκε

Σε δύο ειδησεογραφικές ιστοσελίδες της γειτονικής χώρας γίνεται εκτενής αναφορά στην υπόθεση. Το site «MAKO» που αναδημοσιεύει τα τηλεοπτικά ρεπορτάζ του Channel 12, σημειώνει μεταξύ άλλων: «Ο Ρωσο-Εβραίος επιχειρηματίας Αρκάντι Γκαϊνταμάκ υπέβαλε παράπονο στην Αστυνομία Κύπρου ότι εξαπατήθηκε για το ποσό των 600 εκατομμυρίων δολαρίων, μετέδωσε σήμερα (Τετάρτη) το Channel 12. Η Αστυνομία Κύπρου άρχισε έρευνα για απάτη. Η κύρια υποψία στρέφεται κατά εμπιστευματοδόχου (σημ. διαχειριστή) των χρημάτων του Γκαϊνταμάκ. Ο Γκαϊνταμάκ υπέβαλε παράπονο και στην Αστυνομία του Τελ Αβίβ. Ως μέρος της έρευνας, ο επιχειρηματίας επισύναψε αποδείξεις και έγγραφα που συνδέουν τον συνέταιρό του, πολίτη της Κύπρου, με την απάτη. Σύμφωνα με την καταγγελία, ο εμπιστευματοδόχος μετέφερε τα χρήματα του Γκαϊνταμάκ από το Λουξεμβούργο στον δικό του λογαριασμό που χρησιμοποιεί στην Κύπρο. Η περιουσία του Γκαϊνταμάκ υπολογίζεται στο 1,2 δισεκατομμύριο δολάρια».

Στο ίδιο ρεπορτάζ παρατίθενται και δηλώσεις του δικηγόρου Νιρ Γιάσλοβιτς, ο οποίος ανέλαβε να κάνει τις καταγγελίες για λογαριασμό του επιχειρηματία: «Σήμερα (σ.σ. προχθές) πήγα στο ΤΑΕ της Κύπρου, μετά από έκκληση του αρχηγού Αστυνομίας Κύπρου να προωθήσω στοιχεία που να δείχνουν ότι ένας ύποπτος έκλεψε από τον πελάτη μου κ. Αρκάντι Γκαϊνταμάκ, περισσότερα από 600 εκατομμύρια δολάρια. Μετά τη συνάντησή μου με την Αστυνομία Κύπρου, έχω την πεποίθηση ότι θα διενεργήσει μια σε βάθος και διεξοδική έρευνα και θα στοιχειοθετήσει την υπόθεση σε βάρος των υπόπτων που έκλεψαν τεράστια χρηματικά ποσά».

Στην πρόταξη του σχετικού ρεπορτάζ γίνεται ακόμη λόγος για «έμπιστο άτομο που ήταν το δεξί χέρι του επιχειρηματία και το οποίο έκλεψε απ’ αυτόν ένα τεράστιο ποσό μέσω τράπεζας στο Λουξεμβούργο».

«Ισχυρισμός»

Πάντως, η Αστυνομία Κύπρου αν και επιβεβαιώνει ότι έχει ενώπιον της καταγγελία, εντούτοις είναι φειδωλή στις τοποθετήσεις της, τηρώντας αυστηρά υπεύθυνη στάση. Ο «Φ» επικοινώνησε με αρμόδιο πρόσωπο και έθεσε υπόψη του τα όσα έχουν δημοσιευτεί σε σχέση με τους ισχυρισμούς του Ρωσο-Εβραίου επιχειρηματία, ζητώντας επίσημη τοποθέτηση. Ωστόσο, η μοναδική θέση που εκφράστηκε είναι ότι υπάρχει «ισχυρισμός», ο οποίος και εξετάζεται. 

Πληροφορίες μας αναφέρουν ότι εκπρόσωποι του Γκαϊνταμάκ προέβησαν προχθές σε καταγγελία στο Τμήμα Καταπολέμησης Εγκλήματος του αρχηγείου Αστυνομίας και συγκεκριμένα στην Υποδιεύθυνση Οικονομικού Εγκλήματος.

Εξάλλου, άτομο με κατάρτιση και γνώση για τον χειρισμό τέτοιων υποθέσεων σχολίασε πως η Αστυνομία κρατά χαμηλούς τόνους, λόγω της φύσεως της εν λόγω υπόθεσης. Πρόσθεσε ότι θα πρέπει να διαπιστωθεί μεταξύ άλλων και πού έχει διαπραχθεί το έγκλημα. Κατέληξε: «Αν τα αδικήματα έχουν διαπραχθεί στο Λουξεμβούργο, τότε οι αρμόδιες Αρχές του εν λόγω κράτους θα εξετάσουν την υπόθεση και η Αστυνομία Κύπρου πιθανόν να κληθεί να βοηθήσει στο έργο τους, μέσω αιτήματος δικαστικής συνδρομής στο υπουργείο Δικαιοσύνης».

Ποιος είναι ο Αρκάντι Γκαϊνταμάκ

Ο Αρκάντι Αλεξάντροβιτς Γκαϊνταμάκ γεννήθηκε στις 8 Απριλίου του 1952 στη Μόσχα και είναι εβραϊκής καταγωγής. Στα 20 του μετέβη στο Ισραήλ, παίρνοντας την υπηκοότητα, ενώ εγκαταστάθηκε μόνιμα στη Γαλλία, απ’ όπου ξεκίνησε τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες.

Στα τέλη της δεκαετίας του 1980, σύμφωνα με αναφορές στο διαδίκτυο, ζούσε ανάμεσα στο Παρίσι και το Λονδίνο μεταπωλώντας στη Δύση άνθρακα, μέταλλο και πετρέλαιο που αγόραζε από τη Ρωσία. Το 1992 άρχισε να εργάζεται στην Αγκόλα ως σύμβουλος του υπουργείου Εξωτερικών και του προέδρου της χώρας. Το 2007 ίδρυσε πολιτικό κίνημα στο Ισραήλ, το οποίο έναν χρόνο αργότερα πήρε μέρος στις δημοτικές εκλογές του κράτους, με τον Ρωσοϊσραηλινό επιχειρηματία να διεκδικεί και τη δημαρχία της Ιερουσαλήμ. Η εμπλοκή του στον αθλητισμό ήταν κάτι περισσότερο από αισθητή. Μεταξύ άλλων, έγινε χορηγός της ομάδας καλαθοσφαίρισης Χάποελ Τζερούσαλιμ το 2005, ενώ την ίδια περίοδο έκανε δωρεά στον αραβοϊσραηλινό ποδοσφαιρικό σύλλογο Μπνέι Σακχνίν. Ο δε γιός του Αλεξάντερ, σε μια περίοδο διετέλεσε και κύριος μέτοχος της Πόρτσμουθ. Το 2009 μαζί με Γάλλο επιχειρηματία καταδικάστηκαν για διακίνηση όπλων στην Αγκόλα κατά τη διάρκεια του εμφυλίου στην αφρικανική χώρα (1993-98) και συγκεκριμένα για παραβίαση του πρωτοκόλλου της Λουσάκα. Αν και καταδικάστηκε σε 6ετή φυλάκιση, η ποινή μειώθηκε κατά το ήμισυ μετά από δευτεροβάθμια δικαστική διαδικασία. Πριν από περίπου 15 χρόνια είχε αγοράσει δυο εφημερίδες στη Ρωσία και στη Γαλλία, ενώ πέραν από το ελεύθερο εμπόριο ασχολήθηκε με διεθνείς διαμεσολαβήσεις.

Να σημειωθεί ότι ο Νιρ Γιάσλοβιτς που ανέλαβε την υπόθεση για λογαριασμό του Γκαϊνταμάκ, είχε εκπροσωπήσει τους νεαρούς από το Ισραήλ που είχαν κατηγορηθεί για τον βιασμό Βρετανίδας στην Αγία Νάπα το καλοκαίρι του 2019. Οι πελάτες του που είχαν τεθεί υπό προσωποκράτηση είχαν αφεθεί ελεύθεροι.