Είναι από τις στιγμές που προσεύχεσαι να ξέρουν τι κάνουν οι ηγέτες της Ελλάδας και της Κύπρου. Διότι, μετά την ομιλία του Κυριάκου Μητσοτάκη στην κοινή σύνοδο της Γερουσίας και της Βουλής των Αντιπροσώπων στο αμερικανικό Κογκρέσο, βλέπω έναν ενθουσιασμό, που μάλλον προέρχεται από τη συνέχεια της κακής μας συνήθειας: Ενθουσιαζόμαστε με αυτά που λέμε εμείς και σιωπούμε ή και δεν ακούμε αυτά που λένε και κάνουν οι άλλοι.

Ήταν ιστορική η ομιλία του Έλληνα Πρωθυπουργού, μελετημένη και ψυχρά ρεαλιστική, ακόμα και το ότι δεν είπε τη λέξη Τουρκία όταν αναφερόταν στην τουρκική εισβολή και κατοχή, διαβάζω πως ήταν σκόπιμη. Διότι έκτισε την ομιλία του αποφεύγοντας να δείξει οποιαδήποτε εμπάθεια και ανάγκασε την Τουρκία να μην αντιδράσει. Δεν το πολυκαταλαβαίνω αυτό, αλλά ας είναι, δεν έχει και τόση σημασία. Αρκεί, που ξεκάθαρα, ρεαλιστικά, χωρίς να μασά τα λόγια του, ανέδειξε στους Αμερικανούς αντιπροσώπους τα προβλήματα με την Τουρκία και το Κυπριακό ως την επί 48 χρόνια πληγή του Ελληνισμού, τους υπενθύμισε ότι το ΝΑΤΟ δεν χρειάζεται πηγή αστάθειας στο νοτιοανατολικό άκρο της συμμαχίας και τους υπέδειξε να το λάβουν υπόψη «όταν παίρνετε αποφάσεις για αμυντικούς εξοπλισμούς που αφορούν την Ανατολική Μεσόγειο».

Κατάφερε να περάσει τα μηνύματα του Ελληνισμού και, μάλιστα, καταχειροκροτούμενος σε πολλά σημεία της ομιλίας του. Και υπό το βλέμμα της αντιπροέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών, Κάμαλα Χάρις, και της Προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων, Νάνσι Πελόζι, η οποία χαρακτήρισε την ομιλία «μοναδικής έμπνευσης».

Ωραία, λοιπόν, τα είπαμε, ενθουσιαστήκαμε, χειροκροτήσαμε και δεθήκαμε (σικ) στο αμερικανικό άρμα ακόμα πιο γερά. Αλλά και όχι μόνο αυτό, αλλά ταυτόχρονα, Ελλάδα και Κύπρος, αποσυνδέθηκαν όσο ποτέ προηγουμένως από το ρωσικό άρμα. Τι είναι, όμως, το ζητούμενο μας; Τα παχιά λόγια, τα δικά μας ή και των Αμερικάνων; Διότι, στην πράξη αυτό που διακρίνεται στον ορίζοντα είναι ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες ευνοούν την επανασύσταση των σχέσεων τους με την Τουρκία, η Ρωσία επίσης, κι εμείς εισπράττουμε ευχολόγια.

Οι γεωπολιτικές αλλαγές που συντελούνται μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, αλλά και η καθαρή στάση της Ελλάδας και της Κύπρου υπέρ των δυτικών συμμάχων, αναβαθμίζουν τον ρόλο τους «ως το ανατολικό άκρο του δυτικού στρατοπέδου και αποκτούν πρόσθετη αξία» (Γ. Καραμπελιάς). Αλλά, μήπως αυτό θα σταματήσει την Τουρκία από τις διεκδικήσεις που έχει στο Αιγαίο; Μήπως, θα σταματήσει τις απειλές της κατά της Κύπρου και θα αλλάξει την επεκτατική πολιτική της, να αποσύρει τα κατοχικά στρατεύματα και να αφήσει τους Κύπριους να ευημερήσουν στη χώρα τους; Το καλοκαίρι επανέρχεται στην κυπριακή ΑΟΖ, συνομιλίες θα κάνει όταν δεχτούμε τα δύο κράτη, στην Αμμόχωστο συνεχίζει τον εποικισμό, στο Αιγαίο συνεχίζει τις παραβιάσεις, στη Συρία και στο Ιράκ συνεχίζει να δολοφονεί Κούρδους, στο ΝΑΤΟ συνεχίζει να εκβιάζει με τη Σουηδία και τη Φινλανδία… Μόνο τους εαυτούς μας ακούμε να διαμαρτύρονται και να λένε τις αλήθειες.

Είπαμε στην αρχή, μακάρι να ξέρουν τι κάνουν οι ηγέτες μας. Διότι, χάσαμε τη Ρωσία ως σύμμαχο -σε ένα βαθμό υποχρεωτικά, διότι δεν θα μπορούσαμε σε καμιά περίπτωση να στηρίξουμε την εισβολή της- αλλά από τις ΗΠΑ, το μόνο που είδαμε ώς τώρα στην πράξη είναι τα μηνύματα που μας έφερε η Βικτόρια Νούλαντ, πριν κανένα μήνα. Ότι οι ΗΠΑ ενδιαφέρονται για την εμπλοκή της Τουρκίας στην ενέργεια της ανατολικής Μεσογείου, ότι ο αγωγός EastMed είναι οικονομικά ασύμφορος, σε πολύ βαθιά νερά και θα διαρκέσει πολύ η κατασκευή, και ότι «θα πάω στο βορρά και θα περάσω λίγο χρόνο με τον Πρόεδρο Τατάρ».

Μπροστά στις εξελίξεις που διαμορφώνονται και μπροστά στους τεράστιους κινδύνους που βρισκόμαστε, δεν αρκούν ούτε οι ιστορικές ομιλίες, ούτε τα ενθουσιώδη χειροκροτήματα. Θα έπρεπε να υπάρχει πανεθνική απόφαση για το πώς πορευόμαστε. Αθήνα και Λευκωσία, κυβερνήσεις και κόμματα να κάτσουν να σκεφτούν, να βάλουν ειδικούς να μελετήσουν και να κάνουν έγκαιρα της κινήσεις τους. Αλλά και από κοινού να στείλουν το μήνυμα ότι δεν θα συνεχίσουν να είναι τα «καλά παιδιά» της Μεσογείου, χωρίς να έχουν κανένα όφελος στα εθνικά θέματα.

[email protected]